Ψήγματα χρυσού Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου(6/11) - Point of view

Εν τάχει

Ψήγματα χρυσού Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου(6/11)





80
Έρχεται και μου λέει και ο πατέρας μπροστά στο παιδί: «Το πήγαμε στο εξωτερικό
για εξετάσεις και μας είπαν ότι θα τυφλωθεί». Και καλά να είναι το παιδί, η
στενοχώρια μπορεί να το χτυπήσει όπου έχει ευαισθησία, πόσο μάλλον αν είναι
άρρωστο!
Η θυσία για το καλό του αρρώστου
Αν ζητούμε κάτι από τον Θεό, χωρίς να θυσιάζουμε και κάτι, δεν έχει αξία. Αν
κάθομαι και λέω: «Θεέ μου, Σε παρακαλώ, κάνε καλά τον τάδε άρρωστο», χωρίς
να κάνω κάποια θυσία, είναι σαν να λέω απλώς καλά λόγια. Ο Χριστός να δη την
αγάπη μου, την θυσία μου, και τότε θα εκπληρώσει το αίτημά μου, αν βέβαια αυτό
είναι για το πνευματικό καλό του άλλου. Γι’ αυτό, όταν οι άνθρωποι σας ζητούν να
προσευχηθείτε για κάποιον άρρωστο, να τους λέτε να προσευχηθούν και αυτοί ή
τουλάχιστον να αγωνισθούν να κόψουν τα κουσούρια τους.
Μερικοί άνθρωποι έρχονται και μου λένε: «Κάνε με καλά· έμαθα ότι μπορείς να με
βοηθήσεις». Θέλουν όμως να βοηθηθούν, χωρίς οι ίδιοι να καταβάλλουν καθόλου
προσπάθεια. Λες λ.χ. στον άλλον: «μην τρως γλυκά, κάνε αυτήν την θυσία, για να
σε βοηθήσει ο Θεός», και σου λένε: «Γιατί; Δεν μπορεί να με κάνη καλά ο Θεός;».
Δεν κάνουν μια θυσία για τον εαυτό τους, πόσο μάλλον να θυσιαστούν για τον
άλλον. Άλλος δεν τρώει γλυκά, για να βοηθήσει ο Χριστός όσους πάσχουν από
ζάχαρο, ή δεν κοιμάται, για να δώσει λίγο ύπνο ο Χριστός σ’ αυτούς που πάσχουν
από αϋπνίες. Έτσι συγγενεύει ο άνθρωπος με τον Θεό. Τότε ο Θεός δίνει την Χάρη
Του.
Εγώ, όταν μου λέει κάποιος πως δεν μπορεί να προσευχηθεί για κάποιον δικό του
που είναι άρρωστος, του λέω να κάνη και αυτός μια θυσία για τον άρρωστο.
Συνήθως του λέω να κάνη κάτι που θα είναι καλό και για την δική του υγεία.
Ήρθε κάποτε από την Γερμανία στο Καλύβι ένας πατέρας, που το κοριτσάκι του
είχε αρχίσει να παραλύει. Οι γιατροί το είχαν ξεγράψει. Ήταν ο καημένος τελείως
απελπισμένος. «Κάνε κι εσύ μια θυσία, του είπα, για την υγεία του παιδιού σου.
Να κάνης μετάνοιες, δεν μπορείς· να προσευχηθείς, δεν μπορείς, εντάξει. Πόσα
τσιγάρα καπνίζεις την ημέρα;». «Τεσσεράμισι κουτιά», μου λέει. «Να καπνίζεις ένα
κουτί, του λέω, και τα χρήματα που θα έδινες για τα υπόλοιπα να τα δίνης σε
κανέναν φτωχό». «Να γίνει, Πάτερ, καλά το παιδί, μου λέει, και εγώ θα το κόψω το
τσιγάρο». «Ε, τότε δεν θα έχει αξία· τώρα πρέπει να το κόψης· πέταξε το τσιγάρο,
του λέω. Δεν αγαπάς το παιδί σου;». «Εγώ δε αγαπώ το παιδί μου; Από τον πέμπτο
όροφο πετιέμαι κάτω για την αγάπη του παιδιού μου», μου λέει. «Εγώ δεν σου λέω
να πεταχτής από τον πέμπτο όροφο κάτω, θα αφήσεις το παιδί σου στον δρόμο κι
εσύ θα χάσης την ψυχή σου. Εγώ σου λέω να κάνης κάτι εύκολο. Να, πέταξε τώρα
τα τσιγάρα!». Με κανέναν τρόπο δεν ήθελε να τα πετάξει. Και τελικά έφυγε έτσι
και έκλαιγε! Πως να βοηθηθεί αυτός ο άνθρωπος; Ενώ όσοι ακούν βοηθιούνται.
Μια άλλη μέρα ήρθε ένας που αγκομαχούσε από την πεζοπορία. Κατάλαβα ότι
κάπνιζε πολύ και του είπα: «Βρε ευλογημένε, γιατί καπνίζεις τόσο; Θα πάθεις
κακό». Μόλις ξελαχάνιασε και μπόρεσε να μιλήσει, μου είπε: «Η γυναίκα μου
είναι πολύ άρρωστη και κινδυνεύει να πεθάνει. Σε παρακαλώ, κάνε μια προσευχή
να γίνει κανένα θαύμα. Οι γιατροί σήκωσαν τα χέρια». «Την αγαπάς την γυναίκα
81
σου;», τον ρωτάω. «Την αγαπώ», μου λέει. «Τότε γιατί δεν κάνεις κι εσύ κάτι, για
να την βοηθήσεις; Αυτή έκανε ό,τι μπορούσε, οι γιατροί έκαναν ό,τι μπορούσαν,
και τώρα έρχεσαι εδώ, για να μου πεις να κάνω κάτι και εγώ, να προσευχηθώ, για
να βοηθήσει ο Θεός. Εσύ όμως τι έκανες, για να βοηθηθεί η γυναίκα σου;». «Τι
μπορώ να κάνω εγώ, Γέροντα;», με ρωτάει. «Αν σταματήσεις το κάπνισμα, του
λέω, η γυναίκα σου θα γίνει καλά». Σκέφθηκα ότι, αν ο Θεός δη ότι δεν συμφέρει
πνευματικά στην γυναίκα του να γίνει καλά, τουλάχιστον θα γλιτώσει αυτός από
το κακό που κάνει το τσιγάρο. Ύστερα από έναν μήνα ήρθε χαρούμενο να με
ευχαριστήσει. «Γέροντα, σταμάτησα το κάπνισμα, μου είπε, και η γυναίκα μου
έγινε καλά». Μετά από ένα διάστημα ξαναήρθε αναστατωμένος να μου πει ότι
ξανάρχισε κρυφά να καπνίζει και η γυναίκα του έπεσε πάλι βαριά άρρωστη. «Το
φάρμακο τώρα το ξέρεις, του είπα. Κόψε το τσιγάρο».
Η προσευχή για τους αρρώστους
– Γέροντα, παρακάλεσαν να σας πούμε να προσευχηθείτε για ένα άρρωστο
παιδάκι και ρωτούν αν θα γίνει καλά. Τι να τους πούμε;
– Πέστε τους: «Ο» Γέροντας θα προσευχηθεί. Ο Χριστός αγαπάει το παιδί και θα
κάνη ό,τι είναι για το καλό του. Αν δη ότι το παιδί, όταν μεγαλώσει, θα γίνει
καλύτερο, θα ακούσει την προσευχή του. Αν δη όμως ότι αργότερα δεν θα είναι σε
καλή πνευματική κατάσταση, τότε, επειδή το αγαπάει, θα το πάρει». «Ζήτησε,
λέει, και θα σου δώσω». Αλλά θα μου το δώσει ο Θεός, αν εγώ είμαι δοσμένος στον
Θεό· αλλιώς, τι να μου δώσει την ζωή, για να ξεφύγω; Εγώ χαίρομαι, είτε γίνει
καλά είτε πεθάνει ένας άρρωστος για τον οποίο προσεύχομαι.
– Γέροντα, είναι καλό να προσευχόμαστε για την υγεία μας;
– Καλύτερα είναι να ζητούμε από τον Θεό να ελευθερωθούμε από τα πάθη μας.
Να ζητούμε δηλαδή πρώτα την Βασιλεία του Θεού. Αν παρακαλούμε τον Θεό να
μας κάνη καλά, τρώμε την ουράνια περιουσία. Όταν όμως δεν αντέχουμε τους
πόνους της αρρώστιας, τότε να παρακαλούμε τον Θεό να μας θεραπεύσει, και
Εκείνος θα ενεργήσει ανάλογα.
– Γέροντα, το αν βοηθηθεί ένας άρρωστος από την προσευχή που κάνουμε,
εξαρτάται και από το τι ζητάει και ο ίδιος από τον Θεό;
– Ο άρρωστος, αν ζητάει από τον Θεό να γίνει καλά μόνον εκείνος και δεν
προσεύχεται να γίνουν καλά και οι άλλοι άρρωστοι, δεν κάνει καλά. Εσύ, αδελφή,
όταν ήσουν στον κόσμο και εργαζόσουν στο νοσοκομείο, τι έκανες, όταν ο
άρρωστος δεν μπορούσε να λέει την ευχή;
– Την έλεγα εγώ, Γέροντα.
– Καλά εσύ, αλλά και ο άρρωστος έπρεπε να λέει κάποια προσευχή.
– Έλεγε και εκείνος «Παναγία μου» ή «Παναγία μου, σώσε με». Αλλά, Γέροντα,
και η υπομονή στον πόνο δεν είναι προσευχή;
82
– Ναι, μπράβο! Είναι και αυτό! Εσείς, όταν σας ζητάει κάποιος να κάνετε
προσευχή, γιατί την τάδε ημέρα θα μπει στο χειρουργείο, να προσεύχεστε από την
στιγμή που σας το ζητάει. Να μην περιμένετε την ώρα που θα μπει στο
χειρουργείο να προσευχηθείτε. Και στις ακολουθίες, όταν λέει ο ιερέας «υπέρ των
εν ασθενείαις κατακειμένων», να λέτε με πόνο το «Κύριε, ελέησον». Αν κάνετε με
το διαπασών «βού…», για να πείτε «Κύριε, ελέησον» μουσικό, ο νους σας θα είναι
στο «βού…» και στον χαβά, και οι άρρωστοι οι καημένοι που υποφέρουν θα
περιμένουν από σας λίγη βοήθεια! Εκείνοι έχουν τον πόνο τους. Εσύ, που δεν έχεις
πόνο, προσευχήσου για εκείνους, να βοηθηθούν. Αφού δεν αναστενάζεις στο
κρεβάτι, αναστέναξε τουλάχιστον στην προσευχή για τους αρρώστους. Αν οι υγιείς
δεν κάνουν λίγη προσευχή για τους αρρώστους, θα τους πει μεθαύριο ο Χριστός:
«Είχατε την υγεία σας και δεν κάνατε προσευχή γι’ αυτούς που υπέφεραν; ‘’Ουκ
οίδα υμάς…’’».
Αν για έναν άρρωστο δεν κάνουμε προσευχή, η αρρώστια θα ακολουθήσει την
φυσική της πορεία. Ενώ, αν κάνουμε προσευχή, μπορεί να αλλάξει δρόμο. Γι’ αυτό
πάντα να κάνετε προσευχή για τους αρρώστους.
83
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η αναπηρία είναι ευλογία από τον Θεό
Σωστή αντιμετώπιση της αναπηρίας
– Μια αναπηρία, Γέροντα, μπορεί να δημιουργήσει σύμπλεγμα
κατωτερότητας;
– Αυτά είναι μπανταλά.
– Στους αναπήρους όμως, Γέροντα, μερικές φορές συμβαίνει αυτό.
– Συμβαίνει, γιατί δεν τοποθετούνται σωστά. Όταν καταλάβουν ότι η αναπηρία
είναι ευλογία από τον Θεό, τοποθετούνται σωστά και απαλλάσσονται από την
μειονεκτικότητα. Όταν ένα μικρό παιδί έχει κάποια αναπηρία και δεν έχει
βοηθηθεί, ώστε να χαίρεται για την αναπηρία του, τότε έχει ελαφρυντικά, αν
αισθάνεται μειονεκτικά. Αλλά, αν μεγαλώσει και παραμένει η μειονεκτικότητα,
σημαίνει ότι δεν έχει συλλάβει το βαθύτερο νόημα της ζωής. Σε ένα κοριτσάκι,
όταν ήταν εννέα χρονών, παρουσιάσθηκε όγκος στο μάτι του και οι γιατροί του
αφήρεσαν το ένα μάτι. Τα παιδιά στο σχολείο το κορόιδευαν και αυτό το καημένο
βασανιζόταν. Ο πατέρας του ήρθε στο Καλύβι και μου είπε το πρόβλημά του.
«Σκέφθηκα, Γέροντα, μου είπε, πως, αν του παίρνω ό,τι μου ζητάει, θα το
βοηθήσω, γιατί θα χαίρεται και θα ξεχνάει την στενοχώρια για την αναπηρία του.
Ναι, αλλά πως να το κάνω αυτό; Έχω άλλα πέντε μικρά παιδιά, που ζηλεύουν,
γιατί δεν καταλαβαίνουν». «Τι είναι αυτά; του λέω. Αυτά είναι μια ψεύτικη
παρηγοριά· δεν είναι λύση. Αν του παίρνεις τώρα όποιο φόρεμα σου ζητάει, μετά
από λίγα χρόνια θα σου ζητήσει να του πάρεις και μερσεντές. Πως θα τα βγάλεις
πέρα; Ύστερα θα μάθη ότι μερικοί έχουν αεροπλάνα στην ταράτσα τους και θα
σου ζητάει να του πάρεις αεροπλάνο! Τι θα κάνης τότε; Προσπάθησε να βοηθήσεις
το παιδί σου να χαρεί που έχει ένα μάτι. Να αισθάνεται ότι είναι μάρτυρας.
Πολλούς Μάρτυρες τους έβγαζαν τα μάτια, τους έκοβαν τα αυτιά, την μύτη, και ο
κόσμος γελούσε μαζί τους. Αυτοί όμως, ενώ υπέφεραν από τον πόνο και από την
κοροϊδία των ανθρώπων, δεν υποχωρούσαν και υπέμειναν ακλόνητοι το μαρτύριο.
Αν το παιδί καταλάβει και αντιμετωπίσει με δοξολογία την αναπηρία του, ο Θεός
θα το κατατάξει με τους Ομολογητές. Μικρό πράγμα είναι να οικονομήσει ο Θεός
να βγάλουν το μάτι του παιδιού με τέτοιο τρόπο, που να μην πονέσει, και να το
κατατάξει με τους Ομολογητές; Γιατί αυτό δεν έχει αμαρτίες να εξοφλήσει και θα
έχει καθαρό μισθό από αυτήν την αναπηρία». Με ευχαρίστησε ο καημένος και
έφυγε αναπαυμένος. Πράγματι βοήθησε το κοριτσάκι του να καταλάβει ότι η
αναπηρία του ήταν ευλογία από τον Θεό και να δοξολογεί τον Θεό. Έτσι
μεγάλωσε φυσιολογικά, σπούδασε φιλολογία και τώρα εργάζεται ως καθηγήτρια
και χαίρεται πιο πολύ από άλλες κοπέλες που τα έχουν όλα και βασανίζονται,
γιατί δεν έχουν συλλάβει το βαθύτερο νόημα της ζωής.
84
Όταν οι άνθρωποι δεν καταλάβουν το βαθύτερο νόημα της ζωής, βασανίζονται και
με τις ευλογίες και με τις ευκαιρίες που τους δίνει ο Θεός για την σωτηρία τους.
Ενώ, όποιος τοποθετείται σωστά, όλα τα χαίρεται. Και κουτσός να είναι, το
χαίρεται! Και να μην του κόβει πολύ, το χαίρεται. Και φτωχός να είναι, το χαίρεται.
Καταλαβαίνω βέβαια πόσο δυσκολεύονται οι ανάπηροι και προσεύχομαι πολύ γι’
αυτούς, και πιο πολύ για τις κοπέλες. Για ένα αγόρι μια αναπηρία δεν είναι και
τόσο βαρύ· για μια κοπέλα όμως, που θέλει να αποκατασταθεί, είναι δύσκολο.
Ιδίως οι τυφλοί πόσο δυσκολεύονται! Οι καημένοι δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν·
όταν περπατούν, σκοντάφτουν… Στην προσευχή μου ζητώ από τον Θεό να δώσει
στους τυφλούς τουλάχιστον λίγο φως, για να μπορούν κάπως να
αυτοεξυπηρετούνται.
– Γέροντα, κι εγώ στεναχωριέμαι που δεν μπορώ να διαβάσω έστω ένα
κεφάλαιο από το Ευαγγέλιο, γιατί δεν βλέπω καλά. Μας έχετε πει πως, αν
διαβάζει κανείς κάθε μέρα ένα κεφάλαιο, αγιάζεται.
– Γιατί να στενοχωριέσαι γι’ αυτό; Αν διαβάσεις λίγους στίχους ή μόνο μία λέξη ή
απλώς ασπασθείς το Ευαγγέλιο, δεν αγιάζεσαι; Άλλωστε εσύ δεν γνώρισες τώρα
τον Χριστό. Γιατί δεν μελετάς νοερά όσα διάβασες ή όσα άκουσες μέχρι τώρα; Όλη
η βάση είναι η σωστή τοποθέτηση. Να πεις: «Τώρα ο Θεός με θέλει έτσι, πριν από
λίγα χρόνια με ήθελε αλλιώς». Ένας ευλαβής δικηγόρος στα γεράματά του δεν
έβλεπε και μου είπε μια φορά: «Κάνε, άγιε Γέροντα, προσευχή να μπορώ λίγο να
διαβάζω και να γνωρίζω τα προσφιλή μου πρόσωπα». «Τα προσφιλή πρόσωπα τα
γνωρίζεις και από την φωνή, του είπα. Όσο για το διάβασμα, τόσα χρόνια
διάβαζες. Τώρα να λες την ευχή. Φαίνεται ότι τώρα ο Θεός αυτό θέλει από σένα».
Και από τότε ο καημένος ένιωθε μεγαλύτερη χαρά από ό,τι όταν έβλεπε.
Ο ουράνιος μισθός για την αναπηρία
Όταν έχουμε κάποια αναπηρία, αν κάνουμε υπομονή και δεν γκρινιάζουμε, τότε
έχουμε μεγαλύτερο μισθό. Γιατί όλοι οι ανάπηροι αποταμιεύουν. Ένας κουφό αυτί,
ένας τυφλός από το τυφλό μάτι, ένας κουτσός από το κουτσό πόδι. Είναι μεγάλη
υπόθεση! Αν κάνουν και λίγο αγώνα κατά των ψυχικών παθών, θα έχουν να
λάβουν και στεφάνια από τον Θεό. Βλέπεις, οι ανάπηροι πολέμου παίρνουν
σύνταξη, παίρνουν και παράσημα.
Όποιος έχει ομορφιά, λεβεντιά, υγεία, και δεν αγωνίζεται να κόψη τα ελαττώματά
του, θα του πει ο Θεός: «Απήλαυσες στην ζωή σου τα αγαθά σου, την λεβεντιά
σου! Τι σου χρωστώ τώρα; Τίποτε». Ενώ όποιος έχει μια αναπηρία – είτε έτσι
γεννήθηκε, είτε την κληρονόμησε από τους γονείς του, είτε την απέκτησε
αργότερα -, πρέπει να χαίρεται, γιατί έχει να λάβει στην άλλη ζωή. Όταν μάλιστα
δεν έχει φταίξει, θα έχει καθαρό ουράνιο μισθό, χωρίς κρατήσεις. Δεν είναι μικρό
πράγμα μια ολόκληρη ζωή να μην μπορεί κάποιος λ.χ. να απλώσει το πόδι του, να
μην μπορεί να καθίσει, να μην μπορεί να κάνη μετάνοιες κ.λπ. Στην άλλη ζωή ο
Θεός θα του πει: «Έλα, παιδί μου, κάθισε πια αιώνια άνετα σ’ αυτήν την
πολυθρόνα». Γι’ αυτό λέω, χίλιες φορές να είχα γεννηθεί καθυστερημένος
διανοητικά, τυφλός, κουφός, γιατί θα είχα να λάβω τότε από τον Θεό.
85
Οι ανάπηροι, εάν δεν γογγύζουν, αλλά δοξολογούν ταπεινά τον Θεό και ζουν
κοντά Του, θα έχουν την καλύτερη θέση στον Παράδεισο. Ο Θεός θα τους
κατατάξει με τους Ομολογητές και τους Μάρτυρες, που έδωσαν για την αγάπη του
Χριστού τα χέρια και τα πόδια τους, και τώρα στον Παράδεισο φιλούν με ευλάβεια
συνέχεια τα πόδια και τα χέρια του Χριστού.
– Και όταν, Γέροντα, κάποιος είναι λ.χ. κουφός και γκρινιάρης;
– Και τα μικρά παιδιά γκρινιάζουν. Ο Θεός σε πολλά δεν δίνει σημασία. Βλέπετε, οι
καλοί γονείς αγαπούν όλα τα παιδιά τους εξίσου, αλλά δείχνουν ιδιαίτερο
ενδιαφέρον για τα αδύνατα ή τα ανάπηρα. Το ίδιο κάνει και ο Θεός, ο Καλός μας
Πατέρας, για τα παιδιά Του που είναι αδύνατα σωματικά ή πνευματικά, αρκεί
αυτά να έχουν αγαθή διάθεση και να Του δίνουν το δικαίωμα να επεμβαίνει στην
ζωή τους.
Τα καθυστερημένα παιδιά
Οι μάνες που έχουν καθυστερημένα παιδιά, που κάνουν συνέχεια σκηνές, που
λερώνουν, τι τραβάνε οι καημένες! Μαρτύριο! Γνώρισα μια μάνα που έχει κοτζάμ
παιδί και δεν μπορεί να το κουμαντάρει, γιατί κάνει κάτι αταξίες!… Το καημένο
παίρνει τις ακαθαρσίες και πασαλείβει τα ντουβάρια, τα σεντόνια… Η μάνα να
συμμαζεύει, να καθαρίζει το σπίτι, να κάνη όλο το νοικοκυριό, και αυτό να τα
κάνη όλα άνω-κάτω, όλα να τα λερώνει. Να κρύβει η φουκαριάρα τα
απορρυπαντικά και αυτό να τα βρίσκει και να τα πίνει! Ολόκληρα ντουλάπια τα
πετάει κάτω από το μπαλκόνι. Φύλαξε ο Θεός και δεν σκότωσε κανέναν μέχρι
τώρα. Και δεν είναι μια μέρα και δυο. Χρόνια ολόκληρα είναι η κατάσταση!
– Μπορεί, Γέροντα, κάποιος που είναι λειψός στο μυαλό να έχη ταπείνωση και
καλοσύνη;
– Πως δεν μπορεί! Να, αυτό το παιδάκι που έρχεται συχνά εδώ στο μοναστήρι
μπορεί να είναι διανοητικά καθυστερημένο, αλλά την καλοσύνη που έχει αυτό,
ποιος λογικός άνθρωπος την έχει; Τι προσευχή, τι μετάνοιες κάνει! Όταν με την
κήλη δυσκολευόμουν να κάνω μετάνοιες, του είπαν οι γονείς του: «Ο Παππούλης
είναι άρρωστος· δεν μπορεί να κάνη μετάνοιες». Κάνω ‘γω», είπε εκείνο, και έκανε
μετά μετάνοιες για μένα και γινόταν μούσκεμα στον ιδρώτα. Πόσο φιλότιμο, πόση
αρχοντιά έχει! Μια φορά το έδειρε ένα παιδί στην γειτονιά, κι εκείνο, αφού έφαγε
το ξύλο, του έδωσε το χέρι και του είπε: «Γεια, χαρά!». Ακούς; Ποιος γνωστικός το
κάνει αυτό, κι ας έχει διαβάσει Ευαγγέλιο και ένα σωρό πνευματικά βιβλία. Να,
και πριν από λίγες μέρες που είχε έρθει εδώ όλη η οικογένεια του να με δη, αυτό
κάθισε δίπλα μου και η αδελφούλα του πιο πέρα. Μόλις είδε την αδελφούλα του
που κάθισε μακριά μου, «έλα, κοντά Παππούλη», της λέει και την έβαλε δίπλα
μου. Πολύ με συγκίνησε και του έδωσα ευλογία έναν μεγάλο φιλντισένιο σταυρό
που μου είχαν φέρει από τα Ιεροσόλυμα. Μόλις τον πήρε στα χέρια του, «γιαγιά»,
είπε και έδειξε πως θα τον βάλει στον τάφο της γιαγιάς του! Φοβερό! Τίποτε δεν
θέλει για τον εαυτό του· όλα για τους άλλους! Αυτό θα πάει με τα τσαρούχια στον
Παράδεισο, αλλά θα βάλει και τους γονείς του στον Παράδεισο.
86
Μακάρι να ήμουν και εγώ στην θέση του, και ας μην καταλάβαινα και ας μη
μιλούσα. Ενώ ο Θεός μου έδωσε όλα τα αγαθά, εγώ τα αχρήστευσα. Στην άλλη
ζωή θα κρύβονται μπροστά του ακόμη και θεολόγοι. Μου λέει ο λογισμός ότι οι
θεολόγοι Άγιοι στον Ουρανό δεν θα είναι σε καλύτερη θέση ως προς την γνώση
του Θεού από αυτά τα παιδάκια. Ίσως σ’ αυτά να δώσει ο δίκαιος Θεός και κάτι
παραπάνω, γιατί εδώ έζησαν στερημένα.
– Γέροντα, όταν μελαγχολεί κανείς, τι πρέπει να κάνη, για να το ξεπεράσει;
– Χρειάζεται θεία παρηγοριά.
– Και πως θα την πάρει;
– Να γαντζωθεί στον Χριστό και ο Χριστός θα του την δώσει. Πολλές φορές
μπλέκεται το φιλότιμο με τον εγωισμό. Οι περισσότεροι σχιζοφρενείς είναι
ευαίσθητες ψυχές. Τυχαίνει να συμβεί ένα τιποτένιο πράγμα ή κάτι που δεν
μπορούν να το αντιμετωπίσουν και υποφέρουν πολύ. Άλλος σκοτώνει άνθρωπο
και είναι σαν να μη συμβαίνει τίποτε, ενώ ένας ευαίσθητος, ένα γατάκι αν πατήσει
λίγο στο πόδι κατά λάθος, υποφέρει και δεν κοιμάται από την στενοχώρια του. Και
άμα δεν κοιμηθεί δυο-τρία βράδια, μετά φυσικά θα τρέξει στον γιατρό.
– Γέροντα, η ψυχολογία λέει ότι, για να βοηθηθεί ένας ψυχοπαθής, πρέπει να
λείψει το αίτιο.
– Ναι, αλλά αν υπάρχει αίτιο. Γιατί μερικές φορές, ενώ κάποια πράγματα είναι
φυσιολογικά, δικαιολογούνται κατά κάποιον τρόπο, οι άνθρωποι μπαίνουν σε
λογισμούς, που πάνε να παλαβώσουν. «Μήπως έχω κάτι κληρονομικό; μήπως δεν
είμαι καλά;», λένε. Γνώρισα ένα παλικάρι που σπούδαζε, διάβαζε έντεκα ώρες το
εικοσιτετράωρο και έπαιρνε υποτροφία. Βοηθούσε και την οικογένεια του, γιατί ο
πατέρας του ήταν άρρωστος. Στο τέλος κουράστηκε, γιατί ήταν ευαίσθητο· είχε
συνεχώς πονοκεφάλους και με πολύ κόπο πήρε το πτυχίο. Είχε μετά λογισμούς
μήπως ήταν κληρονομικό. Τι κληρονομικό; Μα και μόνον αν διαβάζει κανείς
έντεκα ώρες την ημέρα, θα πάθη υπερκόπωση, πόσο μάλλον να βοηθάει και τους
γονείς και να είναι και ευαίσθητος.
– Γέροντα, ένα παιδί παρουσίασε κάποια μελαγχολία μετά την αυτοκτονία
του πατέρα του. Μήπως είναι κληρονομικό;
– Μπορεί να τραυματίσθηκε ψυχικά το παιδί. Δεν είναι απόλυτο ότι αυτό είναι
κληρονομικό. Ύστερα δεν ξέρουμε και ο πατέρας σε τι κατάσταση βρέθηκε και
αυτοκτόνησε. Βέβαια, ένα παιδί που ο πατέρας του είναι κλειστός εκ φύσεως
χρειάζεται βοήθεια. Γιατί, αν συνεχίσει και αυτό να είναι κλειστό – έχει και τον
λογισμό μήπως είναι κάτι κληρονομικό -, μπορεί να αρρωστήσει.
Ο Θεός πάντοτε επιτρέπει να δοκιμασθεί ο άνθρωπος όσο αντέχει, αλλά
προστίθενται και οι κοροϊδίες των ανθρώπων, οπότε κάμπτεται η ψυχή από το
επιπλέον βάρος και γογγύζει. Τους τρελούς οι άνθρωποι τους αποτρελαίνουν.
Στην αρχή η τρελά οικονομιέται. Παλιά δεν υπήρχαν ψυχιατρεία και, αν ήταν
κανείς τρελός, τον έκλειναν σε κάποιο δωμάτιο με σιδεριές! Ήταν μια. Περιστέρω
την έλεγαν, που την είχαν κλεισμένη στο σπίτι! Τα παιδιά την πετροβολούσαν,
87
την κορόιδευαν. Αγρίευε η φουκαριάρα, έπιανε τις σιδεριές, φώναζε και ό,τι
έβρισκε μπροστά της το πετούσε έξω! Στην άλλη ζωή όμως θα δεις η Περιστέρω να
ξεπερνάει πολλές γνωστικές.
Θυμάμαι και μια άλλη περίπτωση. Ήταν μια οικογένεια που η μεγάλη κόρη τους
ήταν λίγο λειψή, αλλά είχε πολλή καλοσύνη. Ήταν σαράντα ετών, αλλά ήταν σαν
πέντε. Τι σκηνές της έκαναν μικροί-μεγάλοι! Μια φορά την άφησαν οι γονείς της
να μαγειρέψει κι εκείνοι πήγαν στο χωράφι. Θα ερχόταν ο αδελφός της από το
χωράφι, για να φέρει τα καλαμπόκια, και θα έπαιρνε το φαγητό να το πάει στο
χωράφι να φάνε οι γονείς τους και οι εργάτες. Μάζεψε η καημένη από τον κήπο
κολοκυθάκια, μελιτζάνες, φασολάκια και τα είχε έτοιμα να τα μαγειρέψει. Πάει η
μικρότερη αδελφή της, που ήταν σωστός πειρασμός, τραβάει τον γάιδαρο από το
αυτί και τον βάζει και τα τρώει όλα! Άντε μετά η καημένη να πάει να μαζέψει
άλλα. Και δεν είπε τίποτε. Μέχρι να τα ετοιμάσει ξανά, ήρθε ο αδελφός της, και
αυτή μόλις τότε έβαζε φαγητό στην φωτιά. Ξεφόρτωσε τα ζώα και, όταν είδε ότι
δεν ήταν έτοιμο το φαγητό, της έδωσε ένα ξύλο! Τι ταλαιπωρία περνούσε κάθε
μέρα! Η μάνα της η φουκαριάρα παρακαλούσε να πεθάνει πρώτα η κόρη της και
μετά αυτή, γιατί σκεφτόταν ποιος θα την φρόντιζε. Και πράγματι, πέθανε πρώτα η
κόρη και ύστερα η μάνα.
Πάντως, αυτοί που δεν είναι καλά στο μυαλό, είναι καλύτερα από πολλούς
άλλους. Έχουν το ακαταλόγιστο και χωρίς εξετάσεις περνούν στην άλλη ζωή.
Η σωστή τοποθέτηση των γονέων για την αναπηρία των παιδιών τους
Υπάρχουν μητέρες που, αν διαπιστωθεί κατά την εγκυμοσύνη ότι το παιδάκι που
θα γεννήσουν θα είναι ανάπηρο ή διανοητικά καθυστερημένο, κάνουν έκτρωση
και το σκοτώνουν. Δεν σκέφτονται ότι και αυτό έχει ψυχή. Πόσοι πατέρες έρχονται
και μου λένε: «Το δικό μου το παιδί να είναι σπαστικό; Γιατί να το κάνη έτσι ο
Θεός; Δεν μπορώ να το αντέξω». Πόση αναίδεια προς τον Θεό έχει αυτή η
αντιμετώπιση, πόσο πείσμα, πόσο εγωισμό. Αυτοί, να τους βοηθήσει ο Θεός, να
γίνουν χειρότεροι. Κάποτε ήρθε στο Καλύβι με τον πατέρα του ένας φοιτητής που
είχε πάθει το μυαλό του από λογισμούς και του είχαν κάνει ηλεκτροσόκ. Το
καημένο είχε στριμωχθεί πολύ από το σπίτι του. Είχε και μια ευλάβεια! Έκανε
μετάνοιες και χτυπούσε το κεφάλι του κάτω στο χώμα. «Μήπως λυπηθεί το χώμα
ο Θεός, έλεγε, και λυπηθεί και εμένα που το χτύπησα». Δηλαδή μήπως λυπηθεί ο
Θεός το χώμα που πόνεσε από το δικό του χτύπημα και λυπηθεί κι εκείνον. Μου
έκανε εντύπωση! Αισθανόταν τον εαυτό του ανάξιο. Όποτε ζοριζόταν, ερχόταν
στο Όρος. Του τακτοποιούσα τους λογισμούς, περνούσε έναν-δυο μήνες καλά και
ύστερα πάλι τα ίδια. Ο πατέρας του δεν ήθελε να βλέπουν οι γνωστοί τους το
παιδί, γιατί θιγόταν η υπόληψή του. Υπέφερε από τον εγωισμό του. «Εκτίθεμαι
στον κόσμο με τον γιο μου», μου είπε. Μόλις το ακούει το παιδί, του λέει: «Βρε, να
ταπεινωθείς. Εγώ είμαι τρελός και κινούμαι άνετα. Θα με βάλεις σε καλούπια; Να
ξέρης ότι έχεις ένα τρελό παιδί και να κινείσαι άνετα. Ο μόνος είσαι που έχεις
τρελό παιδί;». Σκέφθηκα: «Ποιος είναι τώρα από τους δυο τρελός;».
Βλέπετε που οδηγεί πολλές φορές ο εγωισμός; Να θέλει ο πατέρας ακόμη και την
καταστροφή του παιδιού του! Και στον κόσμο όταν ήμουν, γνώριζα έναν
88
καθυστερημένο διανοητικά, που οι συγγενείς του, όταν πήγαιναν κάπου με καμία
συντροφιά, δεν τον έπαιρναν μαζί τους, για να μη ντροπιαστούν! Και εμένα με
κορόιδευαν, επειδή καταδεχόμουν να συζητάω μαζί του. Εγώ όμως τον είχα σε
καλύτερη θέση στην καρδιά μου από ό,τι εκείνους.
89
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Οι πνευματικοί νόμοι
Πως λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι
– Γέροντα, ποιοι νόμοι λέγονται πνευματικοί;
– Θα σου εξηγήσω: Όπως στην φύση υπάρχουν οι φυσικοί νόμοι, έτσι και στην
πνευματική ζωή υπάρχουν οι πνευματικοί νόμοι. Ας πούμε, όταν πετάει κανείς
ένα βαρύ αντικείμενο ψηλά, με όσο περισσότερη ορμή και όσο πιο ψηλά το
πετάξει, με τόσο μεγαλύτερη δύναμη θα πέσει κάτω και θα συντριβή. Αυτός είναι
φυσικός νόμος. Στην πνευματική ζωή, όσο περισσότερο υψώνεται κανείς με την
υπερηφάνειά του, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η πνευματική του πτώση και
ανάλογα με το ύψος της υπερηφάνειας του θα συντριβή. Γιατί ο υπερήφανος
ανεβαίνει, φθάνει σε ένα σημείο και μετά πέφτει και σπάζει τα μούτρα του – «ο
υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται». Αυτός είναι πνευματικός νόμος.
Υπάρχει όμως μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στους φυσικούς και στους
πνευματικούς νόμους: Ενώ οι φυσικοί νόμοι δεν έχουν σπλάχνα και ο άνθρωπος
δεν μπορεί να τους αλλάξει, οι πνευματικοί νόμοι έχουν σπλάχνα και ο άνθρωπος
μπορεί να τους αλλάξει, γιατί έχει να κάνη με τον Δημιουργό και Πλάστη του, τον
Πολυεύσπλαχνο Θεό. Αν δηλαδή καταλάβει αμέσως το ανέβασμα της
υπερηφάνειας του και πει: «Θεέ μου, εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου και
υπερηφανεύομαι· συγχώρεσέ με!», αμέσως τα σπλαχνικά χέρια του Θεού τον
αρπάζουν και τον κατεβάζουν απαλά κάτω, χωρίς να γίνει αντιληπτή η πτώση
του. Έτσι δεν συντρίβεται, αφού προηγήθηκε η καρδιακή συντριβή με την μετάνοια
που έδειξε.
Το ίδιο ισχύει και για το «μάχαιραν έδωκας, μάχαιραν θα λάβης», που λέει το
Ευαγγέλιο. Αν δηλαδή «έδωσα μάχαιρα», κανονικά πρέπει να ξοφλήσω με
μάχαιρα. Όταν όμως συναισθάνομαι το σφάλμα μου, με μαχαιρώνει η συνείδησή
μου και ζητάω συγχώρηση από τον Θεό, τότε πλέον παύουν να λειτουργούν οι
πνευματικοί νόμοι και δέχομαι από τον Θεό την αγάπη Του σαν βάλσαμο.
Μέσα δηλαδή στα κρίματα του Θεού, που είναι άβυσσος, βλέπουμε να αλλάζει ο
Θεός, όταν αλλάζουν οι άνθρωποι. Όταν το άτακτο παιδί συνέρχεται, μετανοεί και
δέρνεται από την συνείδησή του, τότε ο Πατέρας του το χαϊδεύει με αγάπη και το
παρηγορεί. Δεν είναι μικρό πράγμα να μπορεί ο άνθρωπος να αλλάξει την
απόφαση του Θεού! Κάνεις κακό; Ο Θεός σου δίνει σκαμπιλάκι. Λες «ήμαρτον»;
Σου δίνει ευλογίες.
Τα αρχοντόπουλα του Θεού
Μερικοί άνθρωποι, παρόλο που μετάνιωσαν για κάποιο σφάλμα τους και ο Θεός
τους συγχώρεσε, οπότε έπαψαν να λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι, αυτοί δεν
ξεχνούν το σφάλμα τους. Ζητούν επίμονα από τον Θεό να τιμωρηθούν σ’ αυτήν
90
την ζωή για το σφάλμα τους, για να εξοφλήσουν. Αφού λοιπόν επιμένουν, ο Καλός
Θεός εκπληρώνει αυτό το φιλότιμο αίτημά τους, τους κρατάει όμως τοκισμένη την
πληρωμή στο Ουράνιο Ταμιευτήριό Του, στον Παράδεισο. Αυτοί είναι τα
αρχοντόπουλα του Θεού, είναι τα πιο φιλότιμα παιδιά του Θεού.
Στο Λειμωνάριο λ.χ. αναφέρεται το εξής για τον αββά Ποιμένα τον βοσκό: Μια
φορά τον επισκέφθηκε κάποιος και ζήτησε να τον φιλοξενήσει στο κελί του.
Επειδή ο αββάς δεν είχε ιδιαίτερο χώρο για φιλοξενία, τακτοποίησε τον επισκέπτη
στο κελί του και αυτός πήγε να διανυκτερεύσει σε μια σπηλιά. Το πρωί που
επέστρεψε, τον ρώτησε ο επισκέπτης: «Πως τα πέρασες, αββά; Μήπως κρύωσες;».
«Όχι, πέρασα καλά. Μπήκα σε μια σπηλιά και βρήκα μέσα ένα λιοντάρι να
κοιμάται. Ξάπλωσα κι εγώ και ακούμπησα την πλάτη μου στην χαίτη του. Από τα
χνώτα του η σπηλιά ήταν σαν φούρνος και δεν κρύωσα». «Καλά, δεν φοβήθηκες
μήπως σε φάει το λιοντάρι;», τον ρώτησε ο επισκέπτης. «Όχι, του λέει ο αββάς,
αλλά, να ξέρης, εμένα θα με φάνε τα θηρία». «Πως το ξέρεις αυτό;». «Εγώ στον
κόσμο ήμουν βοσκός, του λέει ο αββάς, και κάποτε που βοσκούσα το κοπάδι μου οι
σκύλοι μου καταξέσχισαν κάποιον περαστικό και, ενώ μπορούσα να τον σώσω,
αδιαφόρησα. Από τότε ζητάω από τον Θεό συνέχεια να με φάνε τα θηρία. Πιστεύω
να μου κάνη ο Θεός αυτό το χατίρι». Και πράγματι αυτόν τον αββά τον έφαγαν τα
θηρία. Στην άλλη όμως ζωή αυτοί οι άνθρωποι θα είναι στον πιο εκλεκτό τόπο.
– Γέροντα, διάβασα σε σχόλια κάποιου πατερικού βιβλίου ότι ο άνθρωπος,
όταν κάνη κάποια αμαρτία, πρέπει να τιμωρηθεί, για να πληρώσει για το
κακό που έκανε.
– Όχι, δεν είναι έτσι. Ο άνθρωπος, αν μετανιώσει, δεν τιμωρείται· τον ελεεί ο
Χριστός. Χρειάζεται πολλή προσοχή στα σχόλια, γιατί μπορεί ένας σχολιαστής να
είναι αρκετά καλός, αλλά καμιά φορά να κάνη λανθασμένες ερμηνείες. Αν κανείς
δεν είναι σίγουρος ότι ο σχολιαστής είναι καλός, καλύτερα αν διαβάσει μόνον το
κείμενο. Και σ’ εμένα είπε κάποιος ότι τον Προφήτη Ησαΐα τον πριόνισαν, γιατί
έπρεπε να πριονισθεί για τις αμαρτίες του κόσμου. Ενώ ο ίδιος παρακάλεσε τον
Θεό να πριονισθεί για τις αμαρτίες του κόσμου και ο Θεός υπέκυψε στην πολλή
αγάπη που είχε για τον λαό. Αλλά για κάθε πριονιά ο Θεός θα του δώσει και ένα
στεφάνι. Είναι απαραίτητο να ξέρη κανείς μερικά πράγματα, για να καταλάβει
κάποια άλλα. Ο αββάς Ποιμήν, για τον οποίο ανέφερα προηγουμένως, μπορούσε
να καταλάβει τον Προφήτη Ησαΐα – αν και η περίπτωση του ενός διέφερε από του
άλλου, γιατί στην περίπτωση του Προφήτη Ησαΐα υπήρχε η θυσία για τον κόσμο.
– Έχουμε, Γέροντα, και στην εποχή μας τέτοια περιστατικά;
– Ναι, βέβαια. Θυμάμαι κάποιο γεγονός που συνέβη, όταν ήμουν στην Μονή
Φιλοθέου. Κάποιος μοναχός, όταν ήταν στον κόσμο, είχε κάψει έναν Τούρκο στον
φούρνο, επειδή είχε σφάξει τον πατέρα του. Μετά μετανόησε, ήρθε στο Άγιο Όρος,
έγινε μοναχός και είχε βάλει μια καλή σειρά. Μέρα-νύχτα όμως παρακαλούσε τον
Θεό να επιτρέψει να καεί και ο ίδιος. Μια φορά έπιασε πυρκαγιά στο Μοναστήρι.
Εγώ τότε ήμουν δοχειάρης. Ετοίμασα δοχεία με νερό και τρέξαμε όλοι και σβήσαμε
τη φωτιά. Τελικά αυτόν τον μοναχό τον βρήκαμε καμένο. Θα μου μείνει
αλησμόνητη η σκηνή… Τι είχε γίνει; Αυτός τότε ήταν ογδόντα πέντε χρονών και
91
τον διακονούσε ένας μοναχός που ήταν εβδομήντα πέντε. Εκείνη την ημέρα, για
να τον ανακουφίσει λίγο από τους πόνους των ρευματισμών, του έτριψε τα πόδια
του με πετρέλαιο και τον κουκούλωσε κοντά στο τζάκι. Πετάχτηκε όμως μια
σκανδαλήθρα από τα ξύλα της καστανιάς, πήρε φωτιά, κάηκε εκείνος και έπιασε
φωτιά και όλο το μοναστήρι. Εγώ στενοχωρήθηκα πολύ για το γεγονός· δεν
μπορούσα να ησυχάσω! Ύστερα μου είπε ο Πνευματικός: «Μην στενοχωριέσαι·
αυτός ζητούσε από τον Θεό να καεί, για να εξιλεωθεί· αυτό ήταν δώρο Θεού».
Οι πνευματικοί νόμοι και η αγάπη του Θεού
– Γέροντα, οι πνευματικοί νόμοι λειτουργούν πάντοτε αμέσως;
– Αναλόγως. Πολλές φορές απορεί κανείς! Ενώ λίγο υπερηφανεύθηκε, αμέσως
έσπασε τα μούτρα του· λειτούργησαν οι πνευματικοί νόμοι αστραπιαίως. Π.χ.
καθαρίζει μία αδελφή τα τζάμια και της έρχεται ένας υπερήφανος λογισμός ότι τα
καθαρίζει καλύτερα από την άλλη, οπότε κάτι συμβαίνει και, τσακ, σπάζει το
τζάμι. Άλλες φορές λειτουργούν αργότερα.
– Όταν, Γέροντα, οι πνευματικοί νόμοι λειτουργούν αμέσως, αυτό τι σημαίνει;
– Αυτό είναι καλό. Τότε πρέπει να καταλάβει ο άνθρωπος ότι η αγάπη του Θεού
τον προστατεύει, γιατί ξοφλάει και δεν θα τα πληρώσει όλα μαζεμένα. Όταν όμως
δεν λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι σε έναν άνθρωπο, είναι επικίνδυνο, γιατί
δείχνει ότι είναι απομακρυσμένο παιδί του Θεού· δεν είναι στο σπίτι Του.
Υπάρχουν μερικοί που ενεργούν συνέχεια με υπερηφάνεια και δεν παθαίνουν
τίποτε. Αυτό σημαίνει ότι η υπερηφάνειά τους ξεπέρασε την ανθρώπινη και
έφθασε στον ανώτατο βαθμό της, στην δαιμονική υπερηφάνεια, στην έπαρση. Η
πτώση τότε γίνεται από την άλλη μεριά της κορυφής, οπότε πέφτει κατ’ ευθείαν
στην κόλαση. Είναι εωσφορική πτώση και δεν την βλέπουν όσοι βρίσκονται από
την άλλη μεριά της κορυφής. Αυτούς δηλαδή δεν τους πιάνει ο πνευματικός νόμος
σε τούτη την ζωή, αλλά ισχύει γι’ αυτούς το Αποστολικό: «Πονηροί άνθρωποι και
γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι».
– Μπορεί, Γέροντα, να θαυμάσει κανείς ένα έργο που έκανε και να γίνει κάποια
ζημιά;
– Ναι, γιατί λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι. Παίρνει την Χάρη Του ο Θεός από
κάποιον και κάνει την ζημιά, για να συνετισθεί ο άλλος που υπερηφανεύτηκε για
το έργο του.
– Δηλαδή, Γέροντα, όταν γίνεται ζημιά, σημαίνει ότι έχουν λειτουργήσει οι
πνευματικοί νόμοι;
– Φυσικά.
– Αποκλείεται να είναι κανείς αδέξιος και να κάνη ζημιές;
– Σπάνιες είναι αυτές οι περιπτώσεις. Γι’ αυτό, όσο μπορείτε, να ζείτε ταπεινά. Να
σκέφτεστε ότι δεν έχουμε τίποτε δικό μας. Όλα ο Θεός μας τα έχει δώσει. Όλα όσα
έχουμε είναι του Θεού. Μόνον οι αμαρτίες είναι δικές μας. Αν δεν
92
ταπεινωνόμαστε, θα λειτουργούν σ’ εμάς συνεχώς οι πνευματικοί νόμοι, μέχρις
ότου καμφθεί ο εγωισμός μας. Ο Θεός να δώσει να γίνει αυτό, πριν μας βρει ο
θάνατος.
– Μπορεί, Γέροντα, ο άνθρωπος να μην καταλάβει ότι έχουν λειτουργήσει οι
πνευματικοί νόμοι;
– Αν δεν παρακολουθεί κανείς τον εαυτό του, τίποτε δεν καταλαβαίνει και από
τίποτε δεν βοηθιέται, ούτε ωφελείται.
– Δηλαδή, Γέροντα, οι πνευματικοί νόμοι παύουν να λειτουργούν, μόνον όταν
ταπεινωθεί ο άνθρωπος;
– Ναι, κυρίως με την ταπείνωση ή, όταν έχει κανείς το ακαταλόγιστο. Να σου πω
ένα παράδειγμα: Μια γυναίκα έδερνε συνέχεια τον άνδρα της και αυτός δεν
μιλούσε, για να μη χάση την αξιοπρέπειά του, γιατί ήταν και δάσκαλος.
Λειτουργούσαν όμως σ’ αυτόν οι πνευματικοί νόμοι. Είχε ορφανέψει μικρός από
πατέρα και η χήρα μάνα του με μια σύνταξη προσπαθούσε να τον σπουδάσει, να
τον κάνη δάσκαλο, και αυτός την έδερνε! Τι είχε τραβήξει η φουκαριάρα η μάνα
του! Οπότε επέτρεψε ο Θεός να τον δέρνει η γυναίκα του, για να εξοφλήσει.
Ύστερα τι γίνεται; Πεθαίνει αυτός, και ο γιος του έδερνε την μάνα του. Ξόφλησε
έτσι και αυτή. Παντρεύεται ο γιος και παίρνει μια ελαφρούτσικη, που τον έδερνε
και έψελνε το «Χριστός Ανέστη»! Πως οικονόμησε ο Θεός, για να εξοφλήσει και
αυτός! Εδώ όμως σταμάτησαν να λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι, γιατί αυτή
είχε το ακαταλόγιστο.
– Όταν, Γέροντα, κάποιος έχει μια πτώση και λυπάται, έτσι ξεπληρώνει;
– Αισθάνεται ότι χρωστάει ή λυπάται εγωιστικά; Αν αισθάνεται ότι χρωστάει, δεν
θα πληρώσει. Όταν όμως δεν αισθάνεται το χρέος του, επιτρέπει ο Θεός να
πληρώσει. Ο Χριστιανός λ.χ. πρέπει να κάνη ελεημοσύνες. Αν κάποιος είναι
σκληρός και δεν δίνη, αλλά μαζεύει τα χρήματα, θα πάνε οι κλέφτες, θα τον
δείρουν, θα του πάρουν και τα χρήματα, και έτσι θα εξοφλήσει. Όταν έχουμε χρέη
και δεν ξοφλούμε σ’ αυτήν την ζωή, αυτό είναι πολύ κακό σημάδι, είναι
εγκατάλειψη από τον Θεό. Όταν πάλι κάποιος δεν τρώει σκαμπίλια και δέχεται
ευλογίες, τότε φαίνεται ότι έκανε κάτι καλό και ανταμείβεται εδώ γι’ αυτό από τον
Χριστό διπλά και τριπλά. Δεν ξοφλάει όμως για τα σφάλματά του. Και αυτό πάλι
είναι κακό. Ας πούμε ότι έκανα δέκα τοις εκατό καλοσύνες και ο Χριστός με
ανταμείβει για είκοσι τοις εκατό και δεν έχω ούτε θλίψεις ούτε στενοχώρια· τότε
όμως δεν ξοφλώ αμαρτίες.
Η ταλαιπωρία σ’ αυτήν την ζωή τρώει την κόλαση, λέει ο Αββάς Ισαάκ. Δηλαδή,
όταν λειτουργούν σε κάποιον οι πνευματικοί νόμοι, αφαιρείται ένα μέρος από τα
βάσανα της κολάσεως.
93
ΜΕΡΟΣ 5
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΜΕΛΛΟΥΣΑ ΖΩΗ
«Είναι πολύ βαρύ, μετά από όσα έκανε ο Θεός
για μας τους ανθρώπους, να πάμε στην κόλαση
και να Τον λυπήσουμε. Ο Θεός να φυλάξει,
όχι μόνον άνθρωπος αλλά ούτε πουλί
να μην πάει στην κόλαση»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η αντιμετώπιση του θανάτου
Μνήμη θανάτου
– Γέροντα, τι πρέπει να σκέφτεται κανείς την ημέρα που γεννήθηκε;
– Να σκέφτεται την ημέρα που θα πεθάνει και να ετοιμάζεται για το μεγάλο
ταξίδι.
– Γέροντα, όταν κατά την εκταφή βρεθεί άλιωτο το σώμα του νεκρού, αυτό
οφείλεται σε κάποια αμαρτία για την οποία δεν μετάνιωσε ο άνθρωπος;
– Όχι, δεν είναι πάντα αιτία κάποια αμαρτία. Μπορεί να οφείλεται και σε φάρμακα
που έπαιρνε ή στο χώμα του νεκροταφείου. Όπως και να ‘ναι όμως, όταν κάποιος
βγει άλιωτος, εξιλεώνεται κάπως με το ρεζίλεμα που παθαίνει μετά τον θάνατό
του.
– Γέροντα, γιατί, ενώ ο θάνατος είναι το πιο σίγουρο γεγονός για τον άνθρωπο,
εμείς τον ξεχνούμε;
– Ξέρεις, παλιά στα Κοινόβια υπήρχε ένας μοναχός που είχε ως διακονία να
θυμίζει στους άλλους Πατέρες τον θάνατο. Περνούσε λοιπόν την ώρα της
διακονίας από όλους τους αδελφούς και έλεγε στον καθέναν: «Αδελφέ, θα
πεθάνουμε». Η ζωή είναι τυλιγμένη με την θνητή σάρκα. Το μεγάλο αυτό μυστικό
δεν είναι εύκολο να το καταλάβουν όσοι άνθρωποι είναι μόνο «σάρκες», γι’ αυτό
δεν θέλουν να πεθάνουν, δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για θάνατο. Έτσι ο
θάνατος γι’ αυτούς είναι διπλός θάνατος και διπλή στενοχώρια.
Ευτυχώς όμως ο Καλός Θεός οικονόμησε, ώστε να βοηθιούνται από μερικά
πράγματα τουλάχιστον οι ηλικιωμένοι, που φυσιολογικά είναι πιο κοντά στον
θάνατο. Ασπρίζουν τα μαλλιά, κόβεται το κουράγιο, οι δυνάμεις τους σιγά-σιγά
τους εγκαταλείπουν, αρχίζουν να τρέχουν τα σάλια, οπότε ταπεινώνονται και
αναγκάζονται να φιλοσοφούν πάνω στην ματαιότητα αυτού του κόσμου. Και να
θέλουν να κάνουν καμιά αταξία, δεν μπορούν, γιατί όλα αυτά τους φρενάρουν. Ή
94
ακούν ότι κάποιος στην ηλικία τους ή και νεώτερος πέθανε, και θυμούνται τον
θάνατο. Βλέπουμε στα χωριά, όταν χτυπάει η καμπάνα για κηδεία, οι ηλικιωμένοι
που κάθονται στο καφενείο σηκώνονται, κάνουν τον σταυρό τους και ρωτούν να
μάθουν ποιος πέθανε και πότε γεννήθηκε. «Ω, τι γίνεται, λένε, φθάνει και η δική
μας σειρά· όλοι θα φύγουμε από αυτόν τον κόσμο!». Καταλαβαίνουν ότι τα χρόνια
πέρασαν, ότι το σχοινί της ζωής τους άρχισε να μαζεύεται και ο Πολυχρόνης
πλησιάζει. Έτσι διαρκώς σκέφτονται τον θάνατο. Πες σε ένα μικρό παιδί «κάνε
μνήμη θανάτου», αυτό θα πει «τραλαλά» και θα συνεχίσει να χτυπάει το τόπι του.
Γιατί το μικρό παιδί, αν το βοηθούσε ο Θεός να καταλάβει τον θάνατο, θα
απογοητευόταν το κακόμοιρο και θα αχρηστευόταν, γιατί δεν θα είχε όρεξη για
τίποτε. Γι’ αυτό οικονομάει ο Θεός σαν καλός Πατέρας να μην καταλαβαίνει τον
θάνατο και να παίζει ξένοιαστο και χαρούμενο το τόπι του. Όσο περνάει όμως η
ηλικία, σιγά-σιγά καταλαβαίνει και αυτό τον θάνατο.
Βλέπεις, και ένας αρχάριος μοναχός, ιδίως όταν είναι νέος, δεν μπορεί να έχει
μνήμη θανάτου. Σκέφτεται ότι έχει χρόνια μπροστά του και δεν τον απασχολεί το
ζήτημα αυτό. Θυμάστε και ο Απόστολος Παύλος που είπε: «Φωνάξτε τους
νεανίσκους να πάρουν τον νεκρό Ανανία και την Σαπφείρα»; Και στα μοναστήρια
συνήθως τα νέα καλογέρια θάβουν τους νεκρούς. Οι μεγάλοι συγκινημένοι
ρίχνουν λίγο χώμα επάνω στο σώμα του νεκρού με ευλάβεια και ποτέ στο κεφάλι.
Έχω μια δυσάρεστη εικόνα από ένα μοναστήρι όπου είχε πεθάνει ένας αδελφός.
Την ώρα του ενταφιασμού, όταν έλεγε ο ιερεύς «γη ει και εις γην απελεύσει», όλοι
οι Πατέρες με πολλή ευλάβεια και συστολή πήραν λίγο χώμα και το έριξαν επάνω
στην σορό του μοναχού, όπως συνηθίζεται να γίνεται. Ένας νεαρός μοναχός
μάζεψε το ζωστικό του, πήρε το φτυάρι και απρόσεκτα και με ορμή έριχνε πάνω
στον νεκρό οτιδήποτε εύρισκε μπροστά του, χώμα, πέτρες, ξύλα, παφ-παφ…, για
να δείξει παλικαριά! Βρήκε την ώρα να δείξει την δύναμή του, την εργατικότητά
του. Δεν είναι ότι φύτευαν δένδρα ή γέμιζαν κάποιον λάκκο, για να μπει η
καλοσύνη, η θυσία, και να πει: «Οι άλλοι είναι γεροντάκια. Τι να περιμένω από
αυτούς; Ας δουλέψω εγώ». Οπότε θα κουραζόταν λίγο παραπάνω, για να
ξεκουράσει τους άλλους. Εδώ και ένα ζώο να δη κανείς νεκρό, λυπάται, πόσο
μάλλον να βλέπει τον αδελφό του στον τάφο και με το φτυάρι να ρίχνει με μια
ορμή και απρόσεκτα πάνω στον νεκρό χώμα, πέτρες… Αυτό δείχνει ότι δεν είχε
καμιά συναίσθηση του θανάτου.
Η συμφιλίωση με τον θάνατο
– Γέροντα, έγινε η τελική διάγνωση. Ο όγκος που έχετε είναι καρκίνος, και
μάλιστα άγριος.
– Φέρε ένα μαντήλι να χορέψω το «Έχε γεια, καημένε κόσμε»! Εγώ ποτέ δεν
χόρεψα στην ζωή μου, αλλά τώρα από την χαρά μου που πλησιάζει ο θάνατος θα
χορέψω.
– Γέροντα, ο γιατρός είπε ότι πρέπει να γίνουν πρώτα ακτινοβολίες, για να
συρρικνωθεί ο όγκος, και μετά να γίνει επέμβαση.
95
– Κατάλαβα! Πρώτα θα βομβαρδίσει η αεροπορία και μετά θα γίνει η επίθεση!
Λοιπόν θα πάω επάνω και θα σας φέρω νέα!… Μερικοί, ακόμη και γέροι, αν τους
πει ο γιατρός «θα πεθάνεις» ή «πενήντα τοις εκατό υπάρχει ελπίδα να ζήσεις»,
στεναχωριούνται. Θέλουν να ζήσουν. Τι θα βγάλουν; Απορώ! Αν είναι κανείς νέος,
ε, κάπως δικαιολογείται, αλλά ένας γέρος να κάνη προσπάθεια να ζήση, αυτό δεν
το καταλαβαίνω. Άλλο είναι να κάνη μια θεραπεία, για να μπορεί να αντέξει
κάπως τον πόνο. Δεν θέλει δηλαδή να παρατείνει την ζωή του, αλλά θέλει μόνο να
είναι λίγο πιο υποφερτοί οι πόνοι και να αυτοεξυπηρετείται, μέχρι να πεθάνει·
αυτό έχει νόημα.
– Γέροντα, παρακαλούμε τον Θεό να σας δώσει παράταση ζωής.
– Γιατί, Ο Ψαλμός δεν λέει ότι εβδομήκοντα είναι τα χρόνια της ζωής μας;
– Προσθέτει όμως ο Ψαλμωδός και «εάν εν δυναστείαις, ογδοήκοντα»…
– Ναι, αλλά λέει και «το πλείον αυτών κόπος και πόνος», οπότε καλύτερη η
ανάπαυση στην άλλη ζωή!
– Μπορεί, Γέροντα, κάποιος από ταπείνωση να μην αισθάνεται έτοιμος
πνευματικά για την άλλη ζωή και να θέλει ακόμη να ζήση, για να ετοιμασθεί;
– Αυτό είναι καλό, αλλά που να ξέρει ότι, αν ζήση κι άλλο, δεν θα γίνει χειρότερος;
– Γέροντα, πότε συμφιλιώνεται κανείς με τον θάνατο;
– Ποτέ; Άμα ζει μέσα του ο Χριστός, τότε είναι χαρά ο θάνατος. Όχι όμως να
χαίρεται που θα πεθάνει, γιατί βαρέθηκε την ζωή του. Όταν χαίρεσαι τον θάνατο,
με την καλή έννοια, φεύγει ο θάνατος και πάει να βρει κανέναν φοβητσιάρη! Όταν
θέλεις να πεθάνεις, δεν πεθαίνεις. Όποιος καλοπερνάει, φοβάται τον θάνατο,
γιατί ευχαριστιέται με την κοσμική ζωή και δεν θέλει να πεθάνει, Αν του πουν για
θάνατο, λέει: «Κουνήσου από την θέση σου»! Ενώ, όποιος ταλαιπωρείται, πονάει
κ.λπ., θεωρεί τον θάνατο λύτρωση και λέει: «Κρίμα, δεν ήρθε ακόμη ο Χάρος να με
πάρει… Κάποιο εμπόδιο θα τον βρήκε»!
Λίγοι άνθρωποι θέλουν τον θάνατο. Οι πιο πολλοί κάτι θέλουν να τελειώσουν και
δεν θέλουν να πεθάνουν. Ο καλός Θεός όμως οικονομάει να πεθάνει ο καθένας,
όταν ωριμάσει. Πάντως ένας πνευματικός άνθρωπος, είτε νέος είναι είτε γέρος,
πρέπει να χαίρεται που ζει, να χαίρεται που θα πεθάνει, αλλά να μην επιδιώκει να
πεθάνει, γιατί αυτό είναι αυτοκτονία.
Για έναν πεθαμένο κοσμικά και αναστημένο πνευματικά δεν υπάρχει ποτέ
καθόλου αγωνία, φόβος και άγχος, γιατί περιμένει τον θάνατο με χαρά, επειδή θα
πάη κοντά στον Χριστό και θα αγάλλεται. Αλλά χαίρεται και γιατί ζη, επειδή ζη
πάλι κοντά στον Χριστό και νιώθει ένα μέρος της χαράς του Παραδείσου επί της
γης και διερωτάται αν υπάρχει ανώτερη χαρά στον Παράδεισο από αυτήν που
νιώθει στην γη. Τέτοιοι άνθρωποι αγωνίζονται με φιλότιμο και αυταπάρνηση και,
επειδή μπροστά τους τον θάνατο και τον σκέφτονται καθημερινά, ετοιμάζονται
πιο πνευματικά, αγωνίζονται τολμηρότερα και νικούν την ματαιότητα.
96
Οι ετοιμοθάνατοι
– Γέροντα, μας ζήτησαν να ευχηθούμε για κάποιον που μέρες ψυχορραγούσε
και δεν έβγαινε η ψυχή του.
– Γιατί δεν έβγαινε η ψυχή του; Εξομολογήθηκε;
– Όχι, δεν θέλησε να εξομολογηθεί. Δηλαδή, Γέροντα, η ταλαιπωρία του
ανθρώπου, όταν βγαίνει η ψυχή του, οφείλεται στην αμαρτωλότητά του;
– Δεν είναι απόλυτο αυτό. Ούτε όταν βγαίνει η ψυχή του ανθρώπου ήρεμα,
σημαίνει πως είναι σε καλή κατάσταση, αλλά ούτε και όσοι ταλαιπωρούνται στα
τελευταία τους σημαίνει πως έχουν πολλές αμαρτίες. Είναι μερικοί που από
μεγάλη ταπείνωση ζητούν επίμονα από τον Θεό να έχουν άσχημο τέλος, για να
μείνουν μετά τον θάνατό τους στην αφάνεια. Ή μπορεί κάποιος να έχη άσχημο
τέλος, για να ξεχρεώση λίγο χρέος. Επειδή λ.χ. τον εγκωμίαζαν οι άνθρωποι
περισσότερο από όσο άξιζε, επιτρέπει ο Θεός να παρουσιάση παραξενιές την ώρα
του θανάτου του, για να ξεπέση στα μάτια των ανθρώπων. Άλλες φορές πάλι
οικονομάει ο Θεός να έχουν μερικοί δυσκολία, όταν ψυχορραγούν, για να
καταλάβουν όσοι είναι κοντά του πόσο δύσκολα είναι εκεί στην κόλαση, όταν δεν
τακτοποιηθής εδώ. Ενώ, εάν είναι τα χαρτιά καλά, είσαι δηλαδή τακτοποιημένος,
περνάς από την μια ζωή στην άλλη, χωρίς να σε πλησιάζουν καθόλου τα
ταγκαλάκια.
– Γέροντα, σε έναν ετοιμοθάνατο ή σε κάποιον που έχει μια σοβαρή αρρώστια
είναι σωστό να μην πούμε την αλήθεια;
– Ανάλογα και με το τι άνθρωπος είναι. Καμμιά φορά, με ρωτάει κανένας
καρκινοπαθής: «Τι λες, Γέροντα, θα ζήσω ή θα πεθάνω;». Αν του πω «θα
πεθάνης», θα πεθάνη εκείνη την ώρα από την στενοχώρια του. Ενώ, αν δεν του το
πω, παίρνει κουράγιο και αντιμετωπίζει με θάρρος την αρρώστια του. Όταν
ωριμάση, σηκώνει μόνος του τον σταυρό του και προχωράει. Έτσι μπορεί να ζήση
μερικά χρόνια, να συμπαρασταθή στην οικογένειά του και να ετοιμασθή και αυτός
και οι δικοί του. Δεν του λέω φυσικά ότι θα ζήση χίλια χρόνια ή ότι αυτό που έχει
δεν είναι τίποτε, αλλά του λέω: «Ανθρωπίνως είναι δύσκολο να βοηθηθής. Φυσικά
για τον Θεό δεν είναι τίποτε δύσκολο, αλλά εσύ κοίταξε να τακτοποιηθής».
– Μερικές φορές, Γέροντα, οι δικοί του διστάζουν να τον κοινωνήσουν, για να
μην τον βάλουν σε λογισμούς.
– Δηλαδή να πάη ακοινώνητος, για να μην καταλάβη ότι θα πεθάνη και
στεναχωρεθή; Ας του πουν οι δικοί του: «Η Θεία Κοινωνία είναι φάρμακο. Θα σε
βοηθήση. Καλά είναι να κοινωνήσης». Οπότε κοινωνάει, βοηθιέται και συγχρόνως
ετοιμάζεται για την άλλη ζωή.
– Γέροντα, στους ψυχορραγούντας πρέπει να κάνουν Ευχέλαιο;
– Σε όσους δυσκολεύονται να ξεψυχήσουν, διαβάζουν την «Ακολουθία εις
ψυχορραγούντα». Το Ευχέλαιο γίνεται για όλους τους αρρώστους, δεν γίνεται μόνο
για όσους βρίσκονται στα τελευταία τους.
97
– Αυτά που λέει, Γέροντα, κανείς, όταν ψυχορραγή, έχουν κάποια σχέση με την
κατάστασή του;
– Να μη βγάζουμε εύκολα συμπεράσματα. Μπορεί κάποιος την ώρα που ξεψυχάει
να πονάη, να ζορίζεται και το πρόσωπό του να έχη την έκφραση του πόνου, οπότε
οι άλλοι νομίζουν ότι δεν είναι καλά ψυχικά. Διαφέρει όμως η πονεμένη έκφραση
από την άλλη που είναι άγρια και τρομαγμένη. Εκείνος υποφέρει, έχει τον πόνο
του ο καημένος και οι άλλοι μπορεί να λένε ότι παλεύει με τα δαιμόνια που ήρθαν
να του πάρουν την ψυχή!
– Γέροντα, μια ψυχή που φεύγει από αυτήν την ζωή τακτοποιημένη θα περάση
από τα τελώνια;
– Όταν μια ψυχή είναι τακτοποιημένη και ανεβαίνη στον Ουρανό, δεν μπορούν τα
ταγκαλάκια να την πειράξουν. Ενώ, αν δεν είναι τακτοποιημένη, βασανίζεται από
τα ταγκαλάκια. Μερικές φορές μάλιστα ο Θεός επιτρέπει να βλέπη τα τελώνια η
ψυχή του ανθρώπου που έχει χρέη, την ώρα που ψυχορραγεί, για να βοηθήση εμάς
που θα ζήσουμε ακόμη, ώστε να αγωνισθούμε να εξοφλήσουμε εδώ τα χρέη μας.
Θυμάστε το γεγονός με την Θεοδώρα; Οικονομάει δηλαδή να βλέπουν μερικοί
ορισμένα πράγματα, για να βοηθηθούν οι άλλοι και να μετανοήσουν. Στον βίο του
Οσίου Ευφροσύνου λ.χ. διαβάζουμε ότι ο Ηγούμενος, μετά από το όραμα που είδε,
βρέθηκε με τα μήλα στο χέρι, για να τα δουν οι άλλοι και να βοηθηθούν.
Καμμιά φορά πάλι οικονομάει ο Θεός να έχη η ψυχή έναν διάλογο την ώρα που
ξεψυχάει, για να μετανοήση ο ίδιος ο άνθρωπος που βρίσκεται στα τελευταία του ή
αυτοί που τον ακούν. Βλέπεις, ο Θεός έχει πολλούς τρόπους που σώζει τον
άνθρωπο. Πότε βοηθάει με Αγγέλους, πότε με δοκιμασίες ή με διάφορα σημεία.
Είχα γνωρίσει μια γυναίκα που φερόταν βάρβαρα στον άνδρα της και στην πεθερά
της· τους έδερνε και τους δύο. Εκείνη γύριζε στις γειτονιές και κουβέντιαζε και την
πεθερά της, που ήταν γριούλα, την έστελνε κάθε μέρα στο χωράφι. Πήγαινε η
φουκαριάρα η γριά κάθε μέρα στο χωράφι, δυο ώρες δρόμο, σβαρνίζοντας τα πόδια
της και δούλευε από το πρωί ως το βράδυ, χωρίς να παραπονιέται. Ώσπου μια
μέρα, μόλις γύρισε στο σπίτι, πτώμα από την κούραση, έπεσε κάτω και έλεγε στην
νύφη της: «Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ μου παίρνει την ψυχή. Σκούπισε, παιδάκι μου,
τα αίματα». «Ποια αίματα, γιαγιά;», την ρωτούσε με αγωνία η νύφη, γιατί δεν
έβλεπε να έχη αίματα επάνω της. «Να, παιδάκι μου, τα αίματα που τρέχουν!
Σκούπισέ τα, σκούπισέ τα!». Γυρίζει η νύφη να κοιτάξη, και η γιαγιά είχε
ξεψυχήσει. Μετά από αυτό το περιστατικό συνετίσθηκε και άλλαξε ζωή· από θηρίο
έγινε αρνί. Ήταν οικονομία Θεού να δη την πεθερά της να ξεψυχάη με αυτά τα
λόγια, να πιστέψη ότι ο Αρχάγγελος Μιχαήλ παίρνει τις ψυχές δήθεν με το σπαθί,
για να φοβηθή και να μετανοήση. Της μίλησε δηλαδή ο Θεός με την γλώσσα που
καταλάβαινε, για να συνέλθη, γιατί, φαίνεται, θα είχε καλή διάθεση.
– Και όταν, Γέροντα, ο ετοιμοθάνατος φωνάζη κεκοιμημένους συγγενείς του,
τι σημαίνει;
– Πολλές φορές και αυτό γίνεται, για να παραδειγματίζωνται οι άλλοι που είναι
κοντά στον ετοιμοθάνατο. Γνώρισα μια πλούσια κυρία, που ήταν αγία γυναίκα.
98
Δεν είχε παντρευτή και έμενε με την αδελφή της, στην οποία είχε δώσει όλη την
περιουσία της. Ο γαμπρός της, που πέθανε μετά από αυτήν, όταν ξεψυχούσε, την
φώναζε: «Έλα, Δέσποινα, να συγχωρεθούμε. Να με συγχωρέσης…, πολύ σε
ταλαιπώρησα, να με συγχωρέσης!». «Που είναι η Δέσποινα;», τον ρώτησαν. «Να,
δεν την βλέπετε; να, εκεί είναι!» τους είπε και μετά ξεψύχησε.
– Συγχωρούνται, Γέροντα, έτσι οι άνθρωποι, ακόμη και την τελευταία στιγμή
της ζωής τους με κάποιον που έχει ήδη πεθάνει;
– Επιτρέπει ο Θεός, έστω και έτσι να συγχωρεθούν, επειδή ο άνθρωπος, την ώρα
που πεθαίνει, μετανοιώνει και αισθάνεται την ανάγκη να ζητήση συγγνώμη.
Η αυτοκτονία
– Γέροντα, μερικοί άνθρωποι, αν συναντήσουν κάποια μεγάλη δυσκολία στην
ζωή τους, αμέσως σκέφτονται να αυτοκτονήσουν;
– Μπαίνει ο εγωισμός στην μέση. Οι περισσότεροι που αυτοκτονούν, ακούν τον
διάβολο που τους λέει πως, αν τερματίσουν την ζωή τους, θα γλιτώσουν από το
εσωτερικό βάσανο που περνούν, και από εγωισμό αυτοκτονούν. Αν λ.χ. κάνη
κάποιος μια κλεψιά και αποδειχθή ότι έκλεψε, «πάει, λέει, τώρα έγινα ρεζίλι» και,
αντί να μετανοήση, να ταπεινωθή και να εξομολογηθή, για να λυτρωθή,
αυτοκτονεί. Άλλος αυτοκτονεί, γιατί το παιδί του είναι παράλυτο. «Πως να έχω
παράλυτο παιδί εγώ;» λέει και απελπίζεται. Αν είναι υπεύθυνος γι’ αυτό και το
αναγνωρίζη, ας μετανοήση. Πως βάζει τέρμα στην ζωή του και αφήνει το παιδί του
στον δρόμο; Δεν είναι πιο υπεύθυνος μετά;
– Γέροντα, συχνά ακούμε για κάποιον που αυτοκτόνησε ότι είχε ψυχολογικά
προβλήματα.
– Οι ψυχοπαθείς, όταν αυτοκτονούν, έχουν ελαφρυντικά, γιατί είναι σαλεμένο το
μυαλό τους. Και συννεφιά να δουν, νιώθουν ένα πλάκωμα. Αν έχουν και μια
στενοχώρια, έχουν διπλή συννεφιά. Γι’ αυτούς όμως που αυτοκτονούν χωρίς να
είναι ψυχοπαθείς – καθώς και για τους αιρετικούς -, δεν εύχεται η Εκκλησία, αλλά
τους αφήνει στην κρίση και στο έλεος του Θεού. Ο ιερέας δεν μνημονεύει τα
ονόματά τους στην Προσκομιδή ούτε τους βγάζει μερίδα, γιατί με την αυτοκτονία
αρνούνται, περιφρονούν την ζωή που είναι δώρο του Θεού. Είναι σαν να τα πετούν
όλα στο πρόσωπο του Θεού.
Αλλά εμείς πρέπει να κάνουμε πολλή προσευχή για όσους αυτοκτονούν, για να
κάνη κάτι ο Καλός Θεός και γι’ αυτούς, γιατί δεν ξέρουμε πως έγινε και
αυτοκτόνησαν, ούτε σε τι κατάσταση βρέθηκαν την τελευταία στιγμή. Μπορεί, την
ώρα που ξεψυχούσαν, να μετάνοιωσαν, να ζήτησαν συγχώρηση από τον Θεό και
να έγινε δεκτή η μετάνοιά τους, οπότε την ψυχή τους να την παρέλαβε Άγγελος
Κυρίου.
Είχα ακούσει ότι ένα κοριτσάκι σε ένα χωριό πήγε να βοσκήση την κατσίκα τους.
Την έδεσε στο λιβάδι και πήγε πιο πέρα να παίξη. Ξεχάστηκε όμως στο παιχνίδι
και η κατσίκα λύθηκε και έφυγε. Έψαξε, αλλά δεν την βρήκε και γύρισε στο σπίτι
χωρίς την κατσίκα. Ο πατέρας του θύμωσε πολύ, το έδειρε και το έδιωξε από το
99
σπίτι. «Να πας να βρης την κατσίκα, του είπε. Αν δεν την βρης, να πας να
κρεμασθής». Ξεκίνησε το ταλαίπωρο να πάη να ψάξη. Βράδιασε και αυτό ακόμη
δεν είχε γυρίσει στο σπίτι. Οι γονείς, βλέποντας ότι νύχτωσε, βγήκαν ανήσυχοι να
βρουν το παιδί. Έψαξαν και το βρήκαν κρεμασμένο σε ένα δένδρο. Είχε δέσει στον
λαιμό του το σχοινί της κατσίκας και κρεμάστηκε στο δένδρο. Το κακόμοιρο είχε
φιλότιμο και πήρε κατά γράμμα αυτό που του είπε ο πατέρας του. Το έθαψαν μετά
έξω από το κοιμητήρι.
Η Εκκλησία φυσικά καλά έκανε και το έθαψε απ’ έξω, για να φρενάρη όσους
αυτοκτονούν για το παραμικρό, αλλά και ο Χριστός καλά θα κάνη, αν το βάλη
μέσα στον Παράδεισο.
100

Pages