Η Μόνη Επανάσταση, Η Σιγή του Νου - Point of view

Εν τάχει

Η Μόνη Επανάσταση, Η Σιγή του Νου





Για σήμερα, σας έχω δύο περιπτώσεις γυναικών που επισκέφτηκαν τον Κρισναμούρτι για να μιλήσουν μαζί του. Είναι από το τελευταίο βιβλίο που μετέφρασα το, «Η Μόνη Επανάσταση» που έχει ξανακυκλοφορήσει παλιά με τον τίτλο, «Στη Σιγή του Νου», αλλά με αρκετά λάθη.



Η πρώτη γυναίκα



Ήταν μια αρκετά νέα κυρία, καλοντυμένη, με κοντά κομμένα μαλλιά, και έδειχνε πολύ δραστήρια και ικανή. Είχε παιδιά κι από ό,τι είπε δεν έτρεφε ψευδαισθήσεις για τον εαυτό της. Είχε κάποια ποιότητα σοβαρότητας. Ήταν πολύ νέα και ίσως να ήταν κάπως ρομαντική, αλλά για αυτήν η Ανατολή είχε χάσει την αύρα του μυστικισμού και αυτό ήταν πολύ καλό. Μιλούσε απλά, χωρίς κανένα δισταγμό.




«Νομίζω ότι αυτοκτόνησα μέσα μου πριν από πολύ καιρό, όταν συνέβη κάποιο γεγονός στη ζωή μου· με εκείνο το γεγονός η ζωή μου τελείωσε. Φυσικά συνέχισα εξωτερικά να φροντίζω τα παιδιά μου και όλα τα υπόλοιπα, αλλά μέσα μου έχω σταματήσει να ζω».


Δεν νομίζετε, κυρία, ότι οι περισσότεροι άνθρωποι – είτε το ξέρουν είτε όχι – αυτοκτονούν; Η ακραία του μορφή είναι να πηδήξεις από το μπαλκόνι. Αλλά αρχίζει, πιθανόν, όταν υπάρξει η πρώτη εσωτερική αντίσταση σε ό,τι συμβαίνει και απογοήτευση. Χτίζουμε ένα τοίχο γύρω μας, που πίσω του ζούμε τη χωριστή ζωή μας – παρόλο που μπορεί να έχουμε συζύγους και παιδιά. Αυτή η χωριστή ζωή είναι η ζωή της αυτοκτονίας, και αυτή είναι η αποδεχτή ηθική της θρησκείας και της κοινωνίας. Οι πράξεις της χωριστικότητας ανήκουν σε μία αλυσίδα που οδηγεί στον πόλεμο και στην αυτοκαταστροφή. Ο ψυχολογικός διαχωρισμός είναι αυτοκτονία, είτε του ατόμου, είτε της κοινότητος, είτε του έθνους. Καθένας θέλει να ζήσει μια ζωή αυτοπροβολής, εγωκεντρικής δραστηριότητας, και με την θλίψη του αυτοεγκλωβισμού της προσαρμογής στο σύνολο. Είναι αυτοκτονία όταν πηγαίνετε χέρι-χέρι με την πίστη και το δόγμα. Πριν από το γεγονός που σας συνέβη, είχατε επενδύσει τη ζωή σας και όλα όσα κάνατε στον έναν ενάντια στους πολλούς, και όταν αυτός ο ένας πεθαίνει ή ο Θεός σου καταρρέει, η ζωή σου χάνεται μαζί του και δεν έχεις κανένα λόγο για να ζεις. Αν κανείς είναι τρομερά έξυπνος, εφευρίσκει κάποιο νόημα για τη ζωή –κάτι που κάνουν από πάντα οι κάθε είδους «ειδικοί» – αλλά τη στιγμή που παραδίνεσαι σ’ αυτό τα νόημα, έχεις ήδη αυτοκτονήσει. Κάθε ψυχολογική παράδοση – είτε στο όνομα του Θεού είτε στο όνομα του Σοσιαλισμού ή στο όνομα οτιδήποτε άλλου – είναι αυτοκαταστροφή.


Εσείς, κυρία –και αυτό δεν το λέω με σκληρότητα– πάψατε να υπάρχετε επειδή δεν μπορούσατε να πάρετε αυτό που θέλατε· ή επειδή το είχατε και σας το πήραν· ή επειδή θέλατε να περάσετε από μια ειδική, μια ορισμένη πόρτα, που ήταν ερμητικά κλειστή. Όπως η λύπη και η ευχαρίστηση είναι αυτό-εγκλωβιστικά, έτσι κι η παραδοχή και η επιμονή γεννάνε το δικό τους σκοτάδι του χωρισμού. Δεν ζούμε· διαρκώς αυτοκτονούμε. Η ζωή αρχίζει όταν η πράξη της αυτοκτονίας σταματήσει.


«Καταλαβαίνω τι εννοείτε. Βλέπω τι έχω κάνει. Αλλά τώρα τι μπορώ να κάνω; Πώς μπορώ να γυρίσω πίσω από τα πολλά χρόνια αυτού του θανάτου;»


Δεν μπορείτε να γυρίσετε πίσω· αν γυρίζατε πίσω θα ακολουθούσατε πάλι το παλιό μοντέλο και η λύπη θα σας κυνηγούσε όπως ένα σύννεφο που το πηγαίνει ο άνεμος. Το μόνο πράγμα που μπορείτε να κάνετε είναι να δείτε τώρα ότι το να ζει κανείς τη δική του ζωή, χωριστά, κρυφά, απαιτώντας τη συνέχιση της ευχαρίστησης, είναι το να προσκαλείς τον διαχωρισμό του θανάτου. Στον διαχωρισμό δεν υπάρχει αγάπη. Η αγάπη δεν έχει ταυτότητα. Η ευχαρίστηση και το κυνήγι της, χτίζουν τον διαχωριστικό τοίχο της διαίρεσης. Δεν υπάρχει θάνατος, όταν κάθε ψυχολογική παράδοση σε οτιδήποτε σταματά. Και η πόρτα που είναι ανοιχτή, είναι η αυτογνωσία.


Η δεύτερη γυναίκα



Ήταν μία νέα γυναίκα, αρκετά όμορφη και πολύ καλοντυμένη· έδειχνε ανυπόμονη και δυναμική. Είχε έρθει με τις δύο μικρές της κόρες, αλλά τις άφησε έξω να παίζουν. Είπε ότι ο σύζυγός της δούλευε σε κάποια εταιρία και η ζωή κυλούσε. Είχε μια παράξενη θλίψη που την κάλυπτε με γρήγορα χαμόγελα.





Ρώτησε: «Τι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, κύριε; Είμαστε παντρεμένοι με τον άντρα μου εδώ και μερικά χρόνια. Υποθέτω ότι αγαπιόμαστε, αλλά υπάρχει κάτι σ’ όλο αυτό που λείπει έντονα».




– Θέλετε πραγματικά, κυρία, να το κοιτάξετε πολύ βαθιά αυτό; 


– Ναι, ήρθα από μακριά για να μιλήσω μαζί σας γι’ αυτό το θέμα. 


– Ο σύζυγός σας δουλεύει στο γραφείο του κι εσείς στο σπίτι, έχοντας και οι δύο σας τις φιλοδοξίες σας, τις απογοητεύσεις σας, τις αγωνίες και τους φόβους σας. Εκείνος θέλει να γίνει ένας σπουδαίο στέλεχος στη δουλειά του και φοβάται μήπως δεν το καταφέρει, κι ότι ίσως κάποιοι άλλοι ανέβουν πριν από εκείνον. Εκείνος είναι χωμένος στις φιλοδοξίες του, στις απογοητεύσεις του, στην προσπάθειά για αναγνώριση και εσείς στα δικά σας. Εκείνος γυρίζει σπίτι κουρασμένος, εκνευρισμένος, με φόβο στην καρδιά του και κουβαλάει στο σπίτι τις εντάσεις του. Αλλά κι εσείς επίσης είστε κουρασμένη από τις δουλειές του σπιτιού, με τα παιδιά και με όλα τα υπόλοιπα. Ίσως πίνετε μαζί κάτι το βράδυ για να καλμάρουν τα νεύρα σας κι αρχίζετε μια ανήσυχη συζήτησι. Ύστερα από λίγη κουβέντα και φαγητό πέφτετε αναπόφευκτα στο κρεβάτι. Όλο αυτό είναι εκείνο που ονομάζεται συζυγική σχέση – ο καθένας ζει μέσα στη δική του εγωκεντρική δραστηριότητα, και συναντιέται με τον άλλον στο κρεβάτι – όλο αυτό ονομάζεται αγάπη. Φυσικά υπάρχει και λίγη τρυφερότητα, λίγη φροντίδα, ένα δυο χάδια στο κεφάλι των παιδιών. Ύστερα θα έρθουν τα γηρατειά και τέλος ο θάνατος. Αυτό είναι ό,τι γενικώς ονομάζεται ζωή σ’ ένα γάμο. Κι εσείς αποδέχεστε αυτό τον τρόπο ζωής. 


– Και τι άλλο μπορεί να κάνει κανείς; Ανατρεφόμαστε μέσα σ’ αυτό, εκπαιδευόμαστε γι’ αυτό. Θέλουμε να έχουμε ασφάλεια, να έχουμε μερικά από τα αγαθά της ζωής. Δεν βλέπω τι άλλο θα μπορούσε να κάνει κανείς». 


– Είναι η επιθυμία για ασφάλεια που μας δένει; Ή είναι η συνήθεια, η αποδοχή των μοντέλων της κοινωνίας, όπως η ιδέα του γάμου δύο ανθρώπων και της οικογένειας; Σίγουρα σε όλα αυτά υπάρχει πολύ λίγη ευτυχία. 


– Υπάρχει κάποια ευτυχία, αλλά υπάρχουν πάρα πολλά που πρέπει να κάνει κανείς, πάρα πολλά για τα οποία πρέπει να ενδιαφερθεί. Είναι πάρα πολλά εκείνα που πρέπει να διαβάσει κανείς, εάν θέλει να είναι καλά πληροφορημένος. Δεν υπάρχει πολύς χρόνος για να σκεφτόμαστε. Προφανώς δεν είμαστε πραγματικά ευτυχισμένοι, αλλά απλώς συνεχίζουμε να ζούμε. 


– Όλο αυτό ονομάζεται ζωή μέσα σε μια σχέση, αλλά προφανώς δεν υπάρχει καθόλου βαθιά σχέση. Μπορεί σωματικά να είσαι για λίγο μαζί με τον άλλον, αλλά ο καθένας ζει στον δικό του κόσμο απομόνωσης, θρέφοντας τα δικά του βάσανα και στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμιά συνάντηση, όχι απλώς σωματικά, αλλά σε ένα πολύ πιο βαθύ και πολύ πιο πλατύ επίπεδο. Το λάθος είναι της κοινωνίας και του πολιτισμού όπου έχουμε ανατραφεί και όπου τόσο εύκολα παγιδευόμαστε — έτσι δεν είναι; Η κοινωνία είναι μία σάπια, μία διεφθαρμένη και ανήθικη κοινωνία που την έχουν δημιουργήσει οι ίδιοι οι άνθρωποι. Η κοινωνία πρέπει να αλλάξει, αλλά δεν μπορεί να αλλάξει παρά μόνον όταν αλλάξουν τα ανθρώπινα πλάσματα που την έχουν φτιάξει. 


– Ίσως εγώ να μπορώ να καταλάβω αυτά που λέτε και πιθανόν να αλλάξω, αλλά τι θα γίνει μ’ εκείνον; Του δίνει πολλή ευχαρίστηση να αγωνίζεται, να πετυχαίνει, να γίνεται κάποιος. Δεν πρόκειται να αλλάξει και έτσι ξαναβρισκόμαστε πάλι εκεί που ήμασταν: εγώ αδύναμα να προσπαθώ να διαπεράσω το κλείσιμό μου και εκείνος όλο και περισσότερο να στερεώνει το στενό κελί της ζωής του. Οπότε τι νόημα έχουν όλα αυτά που λέτε; 


– Δεν υπάρχει κανένα απολύτως νόημα σ’ αυτό το είδος ζωής. Είμαστε εμείς που έχουμε κάνει έτσι αυτή τη ζωή, με την καθημερινή ωμότητα και ασκήμια της, με τις κατά καιρούς αναλαμπές απόλαυσης· οπότε, εμείς πρέπει να πεθάνουμε ψυχολογικά ως προς όλα αυτά. Ξέρετε, κυρία, πραγματικά δεν υπάρχει αύριο ψυχολογικά. Το ψυχολογικό αύριο, είναι επινόηση της σκέψης για να εκπληρώνει τις σκάρτες φιλοδοξίες και επιθυμίες της. Η σκέψη φτιάχνει αυτά τα πολλά αύριο, αλλά στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τέτοιο αύριο. Το να πεθάνεις για κάτι του αύριο, σημαίνει να ζεις με πληρότητα σήμερα. Όταν το κάνεις, ολόκληρη η ζωή σου αλλάζει. Γιατί η αγάπη δεν είναι το αύριο, η αγάπη δεν είναι αντικείμενο της σκέψης, η αγάπη δεν έχει παρελθόν ή μέλλον. Όταν ζεις με πληρότητα σήμερα, υπάρχει σ’ αυτό μεγάλη ένταση και στην ομορφιά του –που δεν την αγγίζει η φιλοδοξία, η ζήλεια ή ο χρόνος– υπάρχει επικοινωνία, όχι μόνον με τον άνθρωπο αλλά και με τη φύση, με τα λουλούδια, με τη γη και με τους ουρανούς. Σ’ αυτό υπάρχει η ένταση της αθωότητας· και τότε το να ζεις έχει ένα τελείως διαφορετικό νόημα.


via

Pages