Η Οδός της κατάσβεσης της Επιθυμίας - Point of view

Εν τάχει

Η Οδός της κατάσβεσης της Επιθυμίας





Τί σημαίνει νά πέφτουμε σέ έπαρση;
Όταν προσκολλώμαστε στό σώμα καί στά αντικείμενα των αισθήσεων,
Βυθιζόμαστε στόν πόθο γιά τόν έαυτό μας:
Ερωτευόμαστε τόν έαυτό μας.
Αύτό σημαίνει νά πέφτουμε σέ έπαρση.   
Όταν μεριμνάμε περισσότερο γιά τό πρόσκαιρο σώμα παρά γιά τήν αιώνια Όδό,
Χάνουμε τή φυσική μας απλότητα καί ειρήνη Γινόμαστε αφύσικοι, ταρασσόμαστε,
Ενοχλούμαστε, θολώνουμε από έπιθυμία,
Φοβόμαστε μήπως χάσουμε τά αντικείμενα τών έπιθυμιών μας,   
Φοβόμαστε μήπως δέν έπιτύχουμε τούς φιλόδοξους στόχους μας. Φοβόμαστε τήν πείνα, τή δίψα,
Τόν θάνατο και τόν χωρισμό από τό σώμα . Γι'αύτό, ό Αρχαίος Σοφός ειπε:
«Έχου με φόβους γιατί έχου με σώμα.   
Όταν δέν ταυτιζόμαστε μέ τό σώμα μας,
Τί έχουμε νά φοβηθούμε, τί μπορεί νά μάς κάνει νά ύποφέρουμε;» Καί η Όδός, όταν ένσαρκώθηκε, ειπε:
«Μήν μεριμνάτε γιά τή ζωή σας, τί θά φάτε,
Καί γιά τό σώμα σας τί θά ντυθείτε.   
Άν ό Θεός ντύνει τό αγριόχορτο,
Πού σήμερα ύπάρχει καί αύριο τό ρίχνουν στή φωτιά,
Σκεφτείτε πόσο περισσότερο θά φροντίσει γιά σάς.»

Στρέφοντας τά μάτια μας στήν έπιθυμία γιά τά πράγματα τών αισθήσεων,
Τυφλωνόμαστε καί δέν βλέπουμε τήν έσωτερική τους ούσία.   
Δέν τά βλέπουμε σάν λόγους μέσα στόν Πρωταρχικό Λόγο Σάν σκέψεις τού Πρωταρχικού Νού.
Γι'αύτό, ειπε ό Αρχαίος Σοφός:
«Τά πέντε χρώματα θαμπώνουν τό μάτι τού ανθρώπου
Οί πέντε ήχοι κουφαίνουν τό αύτί τού ανθρώπου   
Οι πέντε γεύσεις χαλνούν τή γεύση τού ανθρώπου Ό πολύς καλπασμός καί τό πολύ κυνήγι τρελαίνουν τόν νού.
Τά σπάνια καί πολύτιμα αντικείμενα εμποδίζουν τήν πρόοδο.
Γι'αύτό ό σοφός κοιτάει νά ικανοποιήσει τά εσωτερικά πράγματα καί όχι τό αχόρταγο μάτι. Επιμένει στό φρούτο καί όχι στό άνθος.  
Αληθινά διαλέγει τούτο κι όχι εκείνο.»
Καί πάλι ό Αρχαίος Σοφός ειπε:
«Φράξε τά περάσματα,
Κλείσε τήν πόρτα,
Καί η ζωή σου δέν θά ταραχτεί.   
Άνοιξε τά περάσματα, αύξησε τίς άσχολίες σου Καί ποτέ δέν θά βρείς πληρότητα.» Καί η Όδός, όταν ενσαρκώθηκε ειπε:
«Όταν προσεύχεσαι, εϊσελθε στό ταμείο σου,
Καί άφού κλείσεις τήν θύρα σου,   
Προσευχήσου στόν Πατέρα σου πού ειναι εκεί, στό κρυφό μέρος.»
Τό ταμείο της ψυχής ειναι τό σώμα.
Τό άνοιγμα τής θύρας ειναι οι πέντε σωματικές αισθήσεις.
Τό κρυφό μέρος ειναι ή καρδιά.
Ή ψυχή εισέρχεται στό ταμείο όταν ό νούς δέν ειναι διασκορπισμένος,  Δέν τριγυρνάει εδώ καί κεί,
Δέν περιφέρεται μέσα στά πράγματα τού κόσμου.
Ή θύρα κλείνει όταν οι αισθήσεις δέν προσκολλώνται στά κτιστά πράγματα.
Εισερχόμαστε στό κρυφό μέρος όταν ό νούς,
Αγνοώντας κάθε παρεισφρύουσα σκέψη καί εικόνα,   
Κατεβαίνει στό κρυφό μέρος,
Φυλακίζει τόν έαυτό του εκεί,
Καί σέ αύτή τή φυλάκιση βρίσκει επιτέλους ειρήνη.  
«Μήν μετεωρίζεσθε» , λέει ή Όδός.
«Μή μεριμνάτε γιά τό αύριο,   
Γιατί ή αύριανή μέρα θά έχει τίς δικές της φροντίδες.» - «Ζητείτε μάλλον τήν Βασιλεία τών Ούρανών,
Γιατί ευδόκησε ό Πατέρας σας νά σάς τή δώσει».  «Ή Βασιλεία του Θεού δέν έρχεται μέσω παρατήρησης,
Γιατί είναι μέσα σας».    
Εισελθε στό ταμείο σου,
«Καί ό Πατέρας σου, πού βλέπει στά κρυφά,
Θά σου τό ανταποδώσει φανερά.» 
«Ή Μεγάλη Όδός», Λέει ό Αρχαίος Σοφός «δέν έχει επιθυμίες». Ή επιθυμία γιά τά κτιστά πράγματα διαταράσσει τήν Πρωταρχική Αρμονία,
Τήν πρωταρχική ένότητα, τήν τέλεια άγάπη.
Μιά τέτοια έπιθυμία προέρχεται άπό τά δύο,
Από τό διαχωρισμό.   
Κηνυγάει τό αντικείμενό της,
Προσκολλαται στό αντικείμενό της,
Φέρνει άγχος καί ταραχή.
Ή έπιθυμία γιά τά κτιστά πράγματα σημαίνει βάσανα,
Γιατί μιά τέτοια έπιθυμία δέν μπορεί ποτέ νά έκπληρωθεί.  
Τά βάσανα αρχίζουν
Όταν η πρωταρχική ένότητα, η τέλεια αγάπη διαρρηγνύεται.
Έτσι, ειπε ό Αρχαίος Σοφός:
«Ασπάσου τήν απλότητα, μήν έχεις προσωπικές φιλοδοξίες καί περιόρισε στό έλάχιστο τίς έπιθυμίες σου.  Ό σοφός δέν κάνει τίποτα μέ έπιθυμία, έτσι δέν καταστρέφει τίποτα.  Δέν κρατα τίποτα καί δέν χάνει τίποτα.  Όποιος ξέρει τήν Όδό δέ γυρεύει νά ειναι γεμάτος.»
Όποιος προσκολλαται στόν έαυτό του καί στίς αισθήσεις Προσπαθεί νά γεμίσει μέ φιλαυτία καί ηδονή των αισθήσεων.
Αλλά όσο περισσότερο προσπαθεί, τόσο πιό άδειος γίνεται.   
Γιά νά γίνει κανείς πλήρης Πρέπει νά κενώσει τόν έαυτό του.
Έτσι, ειπε ό Αρχαίος Σοφός:
«Μάθηση ειναι νά προσθέτεις μέρα μέ τή μέρα.
Ή Όδός ειναι νά αφαιρείς μέρα μέ τή μέρα.   
Νά αφαιρείς καί νά λιγοστεύεις.
Ώσπου νά φτάσεις στή δράση χωρίς έγωϊκή έπιθυμία.
Όταν δρας χωρίς έγώ, όλα γίνονται.»
Πάντα χωρίς έπιθυμία,
Ή Μεγάλη Όδός κενώνει τόν έαυτό Του μέσα στή δημιουργία Του  
Από αγάπη, δίνοντας έντελως τόν έαυτό Του,
Κενώνει τόν εαυτό Του.
Ωστόσο, όντας η αμετάβλητη Αιτία των πάντων,
Παραμένει πάντα πλήρης.
Σβήνοντας τήν επιθυμία τους γιά κτιστά πράγματα,   
Όσοι άκολουθοΰν τήν Όδό κενώνουν επίσης τόν έαυτό τους Από άγάπη, δίνοντας εντελώς τόν έαυτό τους.
Γιατί κενώνοντας τόν έαυτό τους όπως Αύτός,
Γεμίζουν διαρκώς μέ Αύτόν,
Τόν πάντα πλήρη.   
«Μήν έχεις προσωπικές φιλοδοξίες», ειπε ό Αρχαίος Σοφός, καί περιόρισε στό έλάχιστο τίς έπιθυμίες σου. Ή αυταπάρνηση ειναι η όδός πρός τήν τελείωση.» Όταν η έπιθυμία σβήνει στό ναδίρ της κοιλάδας Βλέπει κανείς τά πάντα καί κινείται κάτω από τήν έπιφάνεια.
Οί νεκροί βλέπουν τά πάντα.  
Γι'αύτό, ειπε ό Σοφός:
«Χωρίς έπιθυμίες, μπορεί νά δεί κανείς τό μυστήριο.
Γεμάτος έπιθυμίες, μπορεί κανείς νά δεί μόνο τά έξωτερικά φαινόμενα.»
Κάτω από τήν ταραγμένη έπιφάνεια,
Κάτω από τή μάταιη, ίδιοτελή, έξαρτητική αγάπη,   
Τόν πόθο πού τρελαίνει,
Πού αμαυρώνει ο,τι ειναι από κάτω,
Υπάρχει ένα ποτάμι πού κυλάει σιωπηλά,
Ένα ποτάμι συμπόνοιας, σπλάγχνα έλέους.
Μιά συναίσθηση τού πόνου τού άλλου,   
Πού κυλάει σ' έναν άπέραντο, άπέραντο ώκεανό λύπης.
Ειναι η λύπη μιάς μεγάλης κηδείας:
Ό θάνατος της ηδονικής φιλαυτίας.
Άν καί ειναι λύπη,
Ε ίσέρχεται κανείς σ' αύτήν πρόθυ μα, μέ χαρά.   
Γιατί ύπάρχει τόση τρυφερότητα στόν πόνο της.
Καί τέλος, μέσα σ' αύτή τή λύπη,
Υπάρχει τέλεια έλευθερία.
Αύτή ειναι η αγάπη η αιώνια, η ακαταμάχητη,
Ή έπιβεβαίωση τής αιωνιότητας.  
Αύτός ειναι ό πόνος πού η αιώνια Όδός Ασπάσθηκε πρόθυμα, μοιραζόμενος τόν πόνο μας.
Αύτός ειναι ό σταυρός πού ζητάει από μάς νά σηκώσουμε.
Αύτός ειναι ό θάνατος πού ζητάει από μάς νά πεθάνουμε.
Καί τελικά, μέσα σ'αύτόν τόν θάνατο,   
Υπάρχει τέλεια ειρήνη.
Ό Αρχαίος Σοφός, πού ακολουθούσε τήν Όδό, είπε:
«Όποιος στοχεύει στή ζωή καταλήγει στόν θάνατο.
Υπάρχουν κάποιοι πού η κάθε τους κίνηση τούς οδηγεί στή χώρα τού θανάτου, γιατί άγαπούν ύπερβολικά τή ζωή.
Ό άγιος δέν μεριμνά καθόλου γιά τόν έαυτό του, κι όμως διατηρείται. Μήπως γι'αύτό επιτυγχάνει, επειδή δέν έχει προσωπικούς σκοπούς;» Καί η Όδός, όταν ενσαρκώθηκε, είπε:
«Όποιος θελήσει νά διασώσει τή ζωή του θά τή χάσει,
Κι όποιος τή χάσει θά τή διατηρήσει».
Όποιος θέλει τά πράγματα αύτής της ζωής,
Λαχταρά αύτή τή ζωή.   
Όποιος θέλει τά πράγματα αύτής τής ζωής, άλλά δέν μπορεί νά τά έχει.

Λαχταρά τό θάνατο.
Αλλά όποιος έχει σβήσει τήν επιθυμία,
Δέν λαχταρά ούτε τή ζωή ούτε τό θάνατο.
Καί τά δύο είναι γι'αύτόν τό ίδιο   
Καί περνάει άπό τό ένα στό άλλο Χωρίς φόβο ή ταραχή,
Σάν άπό χαρά σέ χαρά.
Είναι σάν τήν ίδια τήν Όδό τού Ούρανού
Πού «δη μιουργεί καί τρέφει τή ζωή.   
Τή δημιουργεί άλλά δέν τή διακατέχει.»
Επειδή όποιος άκολουθεί τήν Όδό δέν διακατέχει τή ζωή του,
Ό θάνατος δέν τόν διακατέχει.
Αύτός πού πήρε επάνω Του τό φορτίο τού κόσμου είπε:
«Δεύτε πρός με πάντες οι κεκοπιώντες καί πεφορτισμένοι Κάγώ άν α παύ σω ύ μά ς.
Άρατε τόν ζυγόν μου εφ' ύμάς καί μάθετε άπ εμού,
Ότι πράος είμί καί ταπεινός τή καρδία,  
Καί εύρήσετε άνάπαυσιν ταίς ψυχαίς ύμών.
Ό γάρ ζυγός μου χρηστός
Καί τό φορτίο μου ελαφρόν εστί.»
Η Οδός της κατάσβεσης της Επιθυμίας. αυτογνωσία, Θεολογία, Κινεζική Φιλοσοφία, Ταο
Ακολουθείστε με, λέει η Όδός,
Κάτω στίς βαθιές βάθρες της Κοιλάδας   
Όπου τό νερό ρέει συνεώς.
Πάντα ρέει, ώστόσο αύτές είναι πάντα γεμάτες.
Ακολουθείστε με, σάν τό νερό στό ρέμα, στή χαμηλότερη θέση,
Τή θέση πού όλοι άποφεύγουν,
Καί εκεί θά βρείτε άνάπαυση.   
Κυλώντας, θά είστε πάντα πλήρεις.
Άν δέν έχετε βρεί άνάπαυση,
Αύτό σημαίνει ότι δέν έχετε φτάσει στή χαμηλότερη θέση,
Δέν έχετε χάσει τά πάντα,
Αλλά είστε άκόμη στήν πλαγιά της Κοιλάδας,   
Φοβισμένοι, γαντζωμένοι μέ ματωμένα χέρια άπό τά τραχιά, άνώμαλα κατσάβραχα.
Καλύτερα, τότε, νά μήν είχατε κατέβει καθόλου.
Καλύτερα νά είχατε παραμείνει στήν έπιφάνεια.
Ύ πολογείστε τό κόστος:
Άν κατεβείτε, πρέπει νά κατεβείτε μαζί μου όλο τό δρόμο, μέχρι κάτω:  Νά πεθάνετε εκεί, γιά νά μπορέσετε νά γεννηθείτε.
«Γιατί η Όδός οδηγεί στήν αιωνιότητα», είπε ό Αρχαίος Σοφός.
«Καί άν καί τό σώμα σας είναι θνητό, δέν θά καταστραφείτε»
«Δέν ύπάρχει μεγαλύτερο λάθος άπό τήν επιθυμία», ειπε ό Αρχαίος Σοφός.
«Ούτε μεγαλύτερη δυστυχία άπό τό νά εισαι άνικανοποίητος. Όταν δέν βλέπεις τά επιθυμητά, δέν ταράζεται η καρδιά. Γι' αύτό ό σοφός επιθυμεί νά μήν επιθυμεί.
Όταν δέν ύπάρχουν επιθυμίες, έρχεται η γαλήνη.»   
Στό ναδίρ της Κοιλάδας Δέν ύπάρχει πιά σκέψη.
Υπάρχει μόνο Αύτός πού ειναι πέρα άπό σκέψη.Αύτός πού ειναι ό Ιδιος καθαρή, απλή, μοναδική Σκέψη. Σκέψη πού δέν ένέχει τή δυαδικότητα πού η έπιθυμία προκαλεί,     
Αλλά μόνον τήν Ενότητα της τέλειας άγάπης. Μέσα στήν τέλεια Ενότητα Δέν ύπάρχει πιά διαχωρισμός. Δέν ύπάρχει πιά διαχωρισμός άνάμεσα στή χαρά καί στή λύπη.
Ή χαρά καί η λύπη ειναι ένωμένες.   
Μαζί συνθέτουν τό συναίσθημα πού ειναι πέρα άπό συναισθήματα Καί πού λέγεται άπάθεια.
Ή πληρότητα της χαράς καί η πληρότητα της λύπης.
Ή πληρότητά τους μέσα σέ μιά κένωση καί των δύο
Πού βιώνεται σάν γλυκιά συντριβή.   
Αύτό ειναι η γαλήνη.
Ή ειρήνη πού έρχεται όταν η καταιγίδα της επιθυμίας περάσει.
Αύτό ειναι η ένότητα.
Ή ένότητα πού έρχεται όταν παύει νά κυριαρχεί η δυαδικότητα τού άνταγωνισμού.
Καί όταν έχει άπομακρυνθεί η επιθυμία νά κατέχεις τό άντικείμενο.

Στό ναδίρ της Κοιλάδας,
Μακάριοι ειναι αύτοί πού κλαίνε.
Γιατί αύτοί, μή κατέχοντας τίποτα,
Ειναι οί μοναδικοί κληρονόμοι καί κάτοχοι της χαράς.
Ελάτε σέ μένα, λέει η Όδός.
Ό δρόμος φαίνεται μακρύς Γιατί δέν μπορείτε νά δείτε τό τέλος.
Αλλά όταν φτάσετε στό τέλος καί κοιτάξετε πρός τά πίσω,
Ό δρόμος θά φαίνεται τόσο σύντομος   
Καί θά δείτε οτι ποτέ δέν θά μπορούσατε νά γνωρίσετε τήν εύτυχία Άν δέν είχατε γνωρίσει αύτή τή θλίψη,
Τή θλίψη τού ν' ακολουθείς τό δρόμο πού φαίνεται τόσο μακρύς.
Θά εύγνωμονείτε.
Θά ειστε εύχαριστημένοι πού τά πράγματα έγιναν έτσι.   
Πού ειναι έτσι ακριβώς οπως ειναι.
Θά εύγνωμονείτε μέσα στό λιμάνι,
Άν μόνο μπορείτε νά μείνετε σταθεροί μέχρι τό τέλος.
«Τό άδειο γίνεται γεμάτο», είπε ό Αρχαίος Σοφός.
«Τό παλιό, φθαρμένο φύλλωμα γίνεται νέο πάλι».
Ακολουθείστε με, λέει η Όδός, Κατεβείτε στήν Κοιλάδα, Μπείτε στήν πόλη.   
Καί μετά άνέλθετε μαζί μου σέ άτίμωση,
Κουρελιασμένοι καί φθαρμένοι,
Συρμένοι πρός τό ποταπότερο σημείο στή γη,
Πάνω στό ψηλότερο ξύλο,
Στόν ψηλότερο λόφο έξω άπό τήν πόλη.   
Ακολουθείστε με, λέει η Όδός.
Κούφιοι, άδειοι, χωρίς έγώ,
Μένοντας στή λήθη.
«Μείνατε έν έμοί,
Κάγώ έν ύμίν».   
Ακολουθείστε με έκεί πού οί ταπεινοί περιμένουν,
Έγκαταλελειμένοι στά έγκατα της γης.
Καί μετά άνεβαίνουμε τό μονοπάτι της κοιλάδας.
Φθάνου με στό ίσωμα.
Καί οί καρδιές τους καίνε όταν μάς βλέπουν.   
Ανερχόμενοι στίς νεφέλες τού ούρανού
Αναρριχόμαστε έκεί όπου άνθρωπος δέν έχει άκόμη πατήσει,
Καί φθάνουμε σέ μιά πύλη άπ όπου άνθρωπος δέν έχει άκόμη περάσει.
Σάς έχω δείξει τήν Όδό
Καί άφήνω τόν έαυτό μου μαζί σας.   
Ό κόσμος γελά:
Είναι σοφός καί συνετός, Αλλά έγώ έχω γίνει άνόητος.
Καί κλαίω άπό θλίψη.
Αλλά κοιτάξτε, σέ αύτό τό βασίλειο όπου κανείς δέν έχει πάει,   
Τό όποίο κανείς δέν μπορεί νά διακρίνει,
Έχω άνοίξει μιά πύλη μυστηρίου γιά σάς.
Ελάτε στή χαρά μου,
Εσείς πού έχετε δοκιμάσει τόν πόνο μου.
Μείνετε στά υψιστα,   
Εσείς πού έχετε φτάσει χαμηλά, στά κατάβαθα μαζί μου.
Γεμίστε άπό μένα,
Εσείς πού έχετε κενωθεί μαζί μου.
Ανανεωθείτε,
Εσείς πού έχετε φθαρεί μαζί μου.   
Γευθείτε τήν άφθαρσία,
Εσείς πού έχετε μπεί στόν τάφο μαζί μου.
Ή Όδός έχει άνοίξει, ή ιστορία έχει άνανεωθεί.
Ή Όδός τής επιστροφής έχει πραγματοποιηθεί.
Ή γή πού στενάζει περιμένει εσάς νά δείτε   
Ότι δέν χρειάζεται νά περιμένετε άλλο.
Χαμηλά, πολύ χαμηλά
Όπου δέν σκέφτεστε καί δέν λογαριάζετε πιά Καί δέν νοιάζεστε γιά τό τί σκέφτονται οι άλλοι.
Χαμηλά, πολύ χαμηλά 
Όπου δέν έχετε τίποτα νά χάσετε,     Πουθενά νά πατε, πουθενά νά κρυφτείτε. Αύτό ειναι τό σημείο της κένωσης.
«Τό κενό διαπερνά κι αύτό άκόμα τό αδιαπέραστο», ειπε ό Αρχαίος Σοφός. «Τό πιό μαλακό πραγμα στόν κόσμο χτυπα τό πιό σκληρό. Αύτά μέ κάνουν νά αναλογίζομαι πόσο αποτελεσματική ειναι  η χωρίς έπιθυμία δράση.»

Όταν δρας χωρίς έπιθυμία, Θά δείς μιά λάμψη της όμορφιας πού ειχες ξεχάσει Από τότε πού ήσουν μικρό παιδί. Τό μικρό παιδί δέν λογαριάζει. Ταπεινό, δέν έχει ακόμη σχηματίσει τίς έπιθυμίες πού σπανε τήν πρωταρχική αρμονία καί ένότητα.     Ό νους του ειναι απεριόριστος, γιατί ειναι μαλακός καί ύποχωρητικός σάν τό νερό. Αύθόρμητος, δέχεται χωρίς σκέψη τήν Πορεία πού όλα τά πράγματα ακολουθούν.
Γι'αύτό ό Αρχαίος Σοφός, πού ακολουθούσε τήν Όδό, ειπε:
«Όποιος έχει τήν πληρότητα τής αρετής ειναι σάν τό νεογέννητο μωρό. Ή αρμονία του ειναι τέλεια.»    Καί ή Όδός, όταν ένσαρκώθηκε, ειπε: «Όποιος ταπεινώσει τόν έαυτό του σάν αύτό τό παιδί, Αύτός ειναι ανώτερος στήν βασιλεία τού Θεού.» Καί ό Αρχαίος Σοφός ειπε: «Μπορείς νά προσηλωθείς στήν αναπνοή σου καί νά τήν κάνεις αλαφριά    
 Ώσπου νά γίνεις μαλακός σάν τό μωρό; Τότε, κι άν ακόμη γεννηθούν έπιθυμίες, θά τίς νεκρώσει η Όδός: Ή Όδός τής χωρίς όνομα Απλότητας.»
Κατεβαίνοντας μέ τό νού στό μυστικό τόπο τής καρδιάς, Καί παρατηρώντας άπαλά τήν αναπνοή, Αύτοί πού τώρα ακολουθούν τήν Όδό έπικαλούνται τό Όνομα Αύτού πού κάποτε ήταν χωρίς όνομα.     
 Καί ή Όδός, πού έχει ένσαρκωθεί, Νεκρώνει όλα τά πάθη τής σάρκας τους - Όλη τήν ύπερηφάνεια, τήν ενοδοξία, τήν έχθρότητα καί τήν μνη-σικακία. Εξαγνίζοντας τήν καρδιά τους, Αναδημιουργώντας τους κατ'είκόνα Του:     Τήν εικόνα ένός άγνού καί αθώου παιδιού, Τήν εικόνα τής χωρίς όνομα Απλότητας.

Η οδός του πόνου

Ακολουθώντας την οδό της αλήθειας




Πηγή: Χριστός: Το αιώνιο Ταό. "Η οδός του πόνου", Τίτλος Πρωτοτύπου: Christ the Eternal Tao by Hieromonk Damascene. Ἐκδόσεις: Valaam Books 2004 - Μετάφραση: Μαρία Ζηρά.
via

Pages