Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος: Λόγοι σε 150 κεφάλαια 101-115) Περί αγάπης (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος) - Point of view

Εν τάχει

Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος: Λόγοι σε 150 κεφάλαια 101-115) Περί αγάπης (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)





101. Είναι πράγματι μακάριοι και αξιοζήλευτοι για το βίο τους και την υπερφυσική απόλαυση, όσοι με θερμή πίστη και φιλάρετη διαγωγή γνώρισαν με πείρα και αίσθηση τα επουράνια μυστήρια του Πνεύματος και έχουν πατρίδα τους ουρανούς(Φιλιπ. 3, 20). Αυτοί είναι καλύτεροι από όλους μαζί τους ανθρώπους. Η απόδειξη είναι προφανής.




Σε ποιόν από εκείνους που έχουν δύναμη ή σοφία ή φρόνηση συνέβη, όσο ζούσε ακόμη στη γη, ν' ανεβεί στον ουρανό και εκεί να εργαστεί πνευματικά έργα και να κατοπτεύσει τα κάλλη του Πνεύματος;




Και τώρα ένας φτωχός εξωτερικά, ολότελα φτωχός και μηδαμινός, που σχεδόν ούτε οι γείτονες του δεν τον γνωρίζουν, πέφτοντας με το πρόσωπο εμπρός στον Κύριο, ανεβαίνει στον ουρανό οδηγούμενος από το πνεύμα και, με πλήρη αίσθηση της ψυχής του, απολαμβάνει με το λογισμό του τα εκεί θαυμάσια, και εκεί εργάζεται, εκεί τρέφεται, εκεί έχει πατρίδα, σύμφωνα με τον θείο Απόστολο που λέει: «Η δική μας πατρίδα βρίσκεται στους ουρανούς»(Φιλιπ. 3, 20). και αλλού λέει: «Μάτια δεν είδαν και αυτιά δεν άκουσαν και άνθρωπος δε διανοήθηκε τα αγαθά που ετοίμασε ο Θεός γι' αυτούς που Τον αγαπούν», και προσθέτει: «Σε μας όμως τα αποκάλυψε μέσω του Πνεύματός Του»(Α΄ Κορ. 2, 9-10). Αυτοί είναι οι αληθινά σοφοί, οι δυνατοί, αυτοί είναι οι ευγενείς και φρόνιμοι.







102. Αλλά και χωρίς να λογαριάσομε τα ουράνια εκείνα χαρίσματα, από τα παρόντα αν κρίνεις τους Αγίους, δε θα διστάσεις να τους ανακηρύξεις ανώτερους απ' όλους. Για παράδειγμα: ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, κατασκεύασε ανδριάντα του και κάλεσε όλα τα έθνη να τον προσκυνήσουν. Αυτό βέβαια το οικονόμησε πάνσοφα ο Θεός, για να φανερωθεί σε όλους η αρετή των τριών Παίδων και να μάθουν όλοι ότι ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Οποίος κατοικεί στους ουρανούς.




Οι τρεις Παίδες, αιχμάλωτοι και στερημένοι την ελευθερία τους, παρουσιάστηκαν με θάρρος μπροστά στον Ναβουχοδονόσορα· και ενώ όλοι με πολύ φόβο τον προσκυνούσαν και άλλο από το να τον υπακούν δεν τολμούσαν, αλλά σχεδόν ήταν άφωνοι, σαν ζώα που σέρνονται από τη μύτη, αυτοί στάθηκαν τόσο διαφορετικά, ώστε ούτε ήθελαν να μη γίνει γνωστό ότι σέβονται τον αληθινό Θεό, ούτε ανέχονταν να κρυφτούν, αλλά μπροστά σε όλους είπαν: «Τους θεούς σου, βασιλιά, δεν τους λατρεύομε και δεν προσκυνούμε το χρυσό άγαλμα που έστησες».




Τους έριξαν τότε για τιμωρία στο φοβερό εκείνο καμίνι, μα αυτό έπαψε να είναι καμίνι και δεν έδειξε την ενέργειά του»· αλλά, σαν να τους ευλαβήθηκε κι αυτό, τους φύλαξε αβλαβείς από κάθε κακό. Και τότε όλοι, και ο ίδιος ο βασιλιάς, εξαιτίας των τριών Παίδων παραδέχθηκαν τον αληθινό Θεό(Δαν. 3).




Από τη στάση εκείνων έμειναν έκθαμβοι όχι μόνον οι άνθρωποι στη γη, αλλά και οι ουράνιες χορείες. Γιατί στις ανδραγαθίες των Αγίων δεν απουσιάζουν ούτε οι ουράνιοι Άγγελοι, αλλά βρίσκονται μαζί τους, όπως και ο θείος Απόστολος αφήνει να φανεί λέγοντας: «Γίναμε θέαμα γι' αγγέλους και για ανθρώπους»(Α΄ Κορ. 4, 9).




Μπορείς να πληροφορηθείς τα όμοια και από τον προφήτη Ηλία. Αυτός, ενώ ήταν ένας άνθρωπος, αποδείχθηκε ισχυρότερος από πλήθη, κατεβάζοντας τη φωτιά από τον ουρανό(Γ΄ Βασ. 18, 38). Αλλά και ο Μωυσής νίκησε όλη την Αίγυπτο και τον τύραννο Φαραώ. Αυτό θα το δείς και με τον Λώτ(Γεν. 19, 29), και τον Νώε(Γεν. 7, 1), και με πολλούς άλλους, οι οποίοι ενώ εξωτερικά είχαν πολύ ευτελή εμφάνιση, υπερίσχυαν πάνω σε πολλούς επισήμους και δυνατούς.







103. Καθένα από τα ορατά, αν δεν έρθει σ' αυτό και κάποια άλλη φύση εξωτερική να το βοηθήσει, μένει ακατέργαστο και αδιαμόρφωτο. Και τούτο γιατί η ανείπωτη σοφία του Θεού μας δείχνει διά μέσου των ορατών μυστήρια και τύπους, ότι η ανθρώπινη φύση από μόνη της, χωρίς τη θεία βοήθεια, δεν μπορεί να παρουσιάσει τον πλήρη στολισμό των αρετών και την πνευματική ευπρέπεια της αγιοσύνης.




Όπως και η γη, αν μείνει όπως είναι και δεν καλλιεργηθεί από τους γεωργούς και δεν έρθουν να βοηθήσουν οι βροχές και ο ήλιος, είναι ακατάλληλη και καθόλου ικανή για καρποφορία. Και το κάθε σπίτι, για να μην είναι σκοτεινό, έχει ανάγκη από αυτό το ηλιακό φως, το οποίο δεν έχει την ίδια φύση με το σπίτι.




Είναι και άλλα παρόμοια μ' αυτά. Έτσι και η ανθρώπινη φύση, επειδή της είναι αδύνατο να αποδώσει από μόνη της τέλειους τους καρπούς των αρετών, έχει ανάγκη από τον πνευματικό γεωργό των ψυχών μας, δηλαδή το Πνεύμα του Χριστού, το οποίο είναι ολωσδιόλου ξένο προς την ανθρώπινη φύση.




Γιατί εμείς είμαστε κτίσματα, ενώ Εκείνο άκτιστο. Αυτό είναι που θα καλλιεργήσει με τη δική Του τέχνη τις καρδιές των πιστών, εκείνες δηλαδή που παραδόθηκαν με όλη τους τη θέληση στον πνευματικό γεωργό, και θα τις προετοιμάσει να αποδώσουν τέλειους τους καρπούς του Πνεύματος, και θα λάμψει το φως Του στο σπίτι της ψυχής μας που είναι σκοτισμένο από τα πάθη.







104. Διπλός είναι ο πόλεμος των Χριστιανών, και διπλή η πάλη. Από τη μιά, με όσα βλέπει η σωματική όραση· γιατί αυτά ερεθίζουν και γαργαλίζουν την ψυχή και την προκαλούν να δένεται εμπαθώς μαζί τους και να ευχαριστείται μ' αυτά. Από την άλλη, με τις αρχές και τις εξουσίες του φοβερού κοσμοκράτορα .







105. Η λαμπρότητα που υπήρχε στο πρόσωπο του Μωυσή(Εξ. 34, 29-30) ήταν τύπος της αληθινής λαμπρότητας του Παναγίου Πνεύματος. Όπως τότε δηλαδή δεν μπορούσε να κοιτάξει κανείς στο πρόσωπο τον Μωυσή, έτσι και τώρα, τη λαμπρότητα αυτή που λάμπει στις ψυχές των Χριστιανών, δεν μπορεί να την υπομείνει το σκοτάδι των παθών, αλλά διώχνεται από την ανταύγειά της και φεύγει.







106. Στο Χριστιανό που αγαπά την αλήθεια και το Θεό, που γεύθηκε την επουράνια γλυκύτητα και έχει ριζωμένη και ενωμένη με την ψυχή του τη χάρη και που παρέδωσε όλο τον εαυτό του στα θελήματα της χάρης, είναι μισητά όλα τα πράγματα αυτού του κόσμου. Γιατί αυτός έγινε ανώτερος από όλα τα πράγματα του κόσμου. Και είτε χρυσάφι πεις, είτε ασήμι, είτε τιμές και δόξες, είτε καλοτυχίσματα και επαίνους, κανένα από αυτά δεν μπορεί να τον κυριέψει. Γιατί αυτός έλαβε πείρα άλλου πλούτου και άλλης τιμής και άλλης δόξας, και τρέφεται ψυχικά με άφθαρτη ηδονή, και έχει κάθε αίσθηση και πληρότητα μέσω της κοινωνίας του Αγίου Πνεύματος.







107. Ο άνθρωπος αυτός έχει τόση διαφορά από τους άλλους ανθρώπους στη σύνεση, τη γνώση και τη διάκριση, όση έχει ο λογικός ποιμένας από τα άλογα ζώα που βόσκει. Γιατί μετέχει σε άλλο πνεύμα και άλλο νου, σε άλλη σύνεση και σοφία, διαφορετική από τη σοφία αυτού του κόσμου. «Μιλάμε, λέει ο Απόστολος, για σοφία στους τέλειους.




Όχι βέβαια για τη σοφία του κόσμου τούτου ή αυτών που εξουσιάζουν αυτόν τον κόσμο και που θα καταργηθούν· αλλά μιλάμε για τη σοφία του Θεού που καλύπτεται με μυστήριο»(Α΄ Κορ. 2, 6-7). Γι' αυτό και ο άνθρωπος αυτός διαφέρει από όλους τους ανθρώπους που έχουν το πνεύμα του κόσμου, όπως είπαμε, είτε φρόνιμοι είναι αυτοί, είτε σοφοί, και καταλαβαίνει όλους τους ανθρώπους, όπως είναι γραμμένο(Α΄ Κορ. 2, 15), και γνωρίζει καθένα από που μιλάει και που στηρίζεται και ανάμεσα σε ποιους βρίσκεται.




Αυτόν όμως δεν μπορεί να τον εξετάζει και να τον καταλαβαίνει κανείς από όσους έχουν το πνεύμα του κόσμου, παρά μόνο όποιος έχει το όμοιο πνεύμα, το πνεύμα της θεότητας, όπως λέει ο Απόστολος: «Στους πνευματικούς εξηγούμε τα πνευματικά. Ο ψυχικός όμως άνθρωπος, αυτός δηλαδή που δεν έχει το πνεύμα, δε δέχεται εκείνα που διδάσκει το πνεύμα του Θεού, γιατί του φαίνονται μωρία. Ενώ ο πνευματικός όλα τα καταλαβαίνει, αυτόν όμως κανείς δεν είναι σε θέση να τον καταλάβει.»(Α΄ Κορ. 2, 13-15).




108. Είναι αδύνατο να λάβει κανείς το Πανάγιο πνεύμα με άλλο τρόπο, αν δεν αποξενωθεί ολότελα από τα πράγματα του κόσμου τούτου και δεν αφιερωθεί στην επιδίωξη της αγάπης του Χριστού, για να ελευθερωθεί ο νους από όλες τις μέριμνες της ύλης και έτσι να αξιωθεί να γίνει ένα πνεύμα με τον Κύριο, όπως λέει ο Απόστολος: «Όποιος ενώνεται με τον Κύριο, θα γίνει ένα πνεύμα μαζί Του»(Α΄ Κορ. 6, 17). Η ψυχή τώρα που είναι δεμένη έστω και με κάτι του κόσμου τούτου και κλίνει προς αυτό, είτε πρόκειται για πλούτο, είτε για δόξα, είτε κοσμική φιλία, δεν είναι δυνατό να διαφύγει και να περάσει από το σκότος των πονηρών δυνάμεων.




109. Οι ψυχές που αγαπούν το Θεό και την αλήθεια, δεν υποφέρουν ούτε την παραμικρή ελάττωση του έρωτά τους προς τον Κύριο. Αλλά καρφωμένες ολοκληρωτικά στο σταυρό Του, έχουν σαφή αίσθηση της πνευματικής προκοπής που γίνεται μέσα τους.




Πληγωμένες λοιπόν από τον πόθο Του και, για να πούμε έτσι, καταπεινασμένες για τη δικαιοσύνη(Ματθ. 5, 6) των αρετών και την έλλαμψη του αγαθού Πνεύματος, και αν ακόμη αξιωθούν θεία μυστήρια και μετάσχουν στην επουράνια ευφροσύνη και χάρη, δεν έχουν πεποίθηση στον εαυτό τους, ούτε νομίζουν ότι είναι τίποτε.




Αλλά όσο αξιώνονται να λάβουν πνευματικά χαρίσματα, τόσο απληστούν και με περισσότερο αγώνα ζητούν τα ουράνια. Και όσο περισσότερη προκοπή αισθάνονται, τόσο πιό λαίμαργες γίνονται για τα θεία. Και ενώ είναι πνευματικά πλούσιες, κάνουν σαν να είναι φτωχές, σύμφωνα με τη θεία Γραφή που λέει: «Όσοι με τρώνε, θα πεινάσουν κι άλλο· κι όσοι με πίνουν, θα διψάσουν κι άλλο»(Σ. Σειρ. 24, 21).




110. Αυτού του είδους οι ψυχές αξιώνονται και να λάβουν την τέλεια ελευθερία από τα πάθη, και ν' αποκομίσουν την έλλαμψη και την κοινωνία του θείου Πνεύματος με την πληρότητα της χάρης. Όσες όμως είναι οκνηρές και αποφεύγουν τους κόπους και δε ζητούν τον αγιασμό της καρδίας από αυτήν εδώ τη ζωή, όχι εν μέρει, αλλά να τη δεχθούν ολοκληρωτικά με υπομονή και μακροθυμία, αυτές ούτε ελπίζουν να κοινωνήσουν το Παράκλητο πνεύμα με κάθε αίσθηση και βεβαιότητα και μέσω Αυτού να απαλλαγούν από τα πάθη της κακίας.




Αυτές και αν αξιωθούν τη θεία χάρη, ωστόσο επειδή ξεγελιούνται από την κακία, αφήνουν κάθε πνευματική φροντίδα με την ιδέα ότι έλαβαν πια τη χάρη και στηρίζονται από αυτήν και απολαμβάνουν πνευματική γλυκύτητα. Έτσι οι ψυχές αυτές είναι εύκολο να πέσουν σε έπαρση, καθώς δε συντρίβουν την καρδιά τους και δεν ταπεινώνουν το φρόνημά τους, ούτε είναι καταδιψασμένες πνευματικά, ούτε αγωνίζονται να φτάσουν την τέλεια απάθεια.




Και καθώς αρκούνται στη λίγη αυτή ενίσχυση της χάρης και προκόβουν όχι στην ταπείνωση, αλλά στην έπαρση, απογυμνώνονται κάποτε και από το χάρισμα το οποίο αξιώθηκαν να λάβουν. Γιατί η ψυχή που αγαπά αληθινά το Θεό, όπως έχομε πει, και αν ακόμη μυριάδες αρετές κατορθώσει, και αν αφανίσει το σώμα με υπερβολικές νηστείες και αγρυπνίες, και αν αξιωθεί να λάβει διάφορα χαρίσματα του Πνεύματος και αποκαλύψεις και θεία μυστήρια, έχει τέτοια μετριοφροσύνη, σαν να μην έχει αρχίσει ακόμη να ζει κατά το θέλημα του Θεού ή να έχει αποκτήσει κανένα καλό, και νιώθει απληστία και έρωτα για τη θεία αγάπη που εμπνέει ο Χριστός.







111. Στα πνευματικά αυτά μέτρα, ούτε μονομιάς, ούτε εύκολα μπορεί να φτάσει κανείς, αλλά αφού προηγηθούν πολλοί κόποι και αγώνες, και περάσουν χρόνια με σπουδή και δοκιμασίες και ποικίλους πειρασμούς, μέχρι το τέλειο μέτρο της απάθειας. Έτσι, αφού δοκιμαστεί με κάθε πόνο και κόπο και αφού υποφέρει με γενναιοψυχία όλους τους πειρασμούς που προξενεί η κακία, αξιώνεται να λάβει τις μεγάλες τιμές και τα χαρίσματα του Πνεύματος και το θεϊκό πλούτο. Έπειτα γίνεται και κληρονόμος της ουράνιας βασιλείας.







112. Η ψυχή που δεν έχει την ακρίβεια του τρόπου ζωής που είπαμε και που δε δέχθηκε ακόμη την αίσθηση του αγιασμού της καρδιάς, ας πενθεί και ας ζητεί θερμά από τον Κύριο να της δοθεί αυτό το αγαθό και η ενέργεια του Πνεύματος που εκδηλώνεται στο νου με ανέκφραστες θεωρίες.




Κατά τον εκκλησιαστικό νόμο, εκείνοι που έπεσαν σε σωματικά αμαρτήματα, πρώτα τιμωρούνται από τον ιερέα με στέρηση της θείας κοινωνίας, και κατόπιν, αφού δείξουν ανάλογη μετάνοια, αξιώνονται να κοινωνήσουν. Όσοι όμως δεν είχαν στη ζωή τους τέτοιες πτώσεις και είναι καθαροί, προβιβάζονται στην Ιερωσύνη και από τον έξω τόπο μετατάσσονται και τοποθετούνται μέσα στο θυσιαστήριο, για να είναι παρακαθήμενοι και λειτουργοί του Κυρίου.




Έτσι ας σκεφτόμαστε λοιπόν και για τη μυστική κοινωνία του Πνεύματος, για την οποία είπε ο Απόστολος: «Η χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατέρα και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος»(Β΄ Κορ. 13, 13). Τα πράγματα ακολουθούν την εξής σειρά.




Η Αγία Τριάδα κατοικεί μέσα στην καθαρή ψυχή με συνεργεία και της θείας αγαθότητας. Κατοικεί βέβαια όχι όπως υπάρχει, γιατί είναι αχώρητη και σε όλη την κτίση ακόμη, αλλά όσο είναι κατάλληλος και δεκτικός ο άνθρωπος.




Όταν όμως αλλάξει κάπως πορεία ο άνθρωπος από την αυτοπροαίρετη κατά Θεόν διαγωγή και λυπήσει το θείο πνεύμα, απομακρύνεται ο νους και στερείται την πνευματική ευφροσύνη, καθώς συστέλλονται η θεία χάρη και η αγάπη και κάθε αγαθή ενέργεια του Πνεύματος και ο νους παραδίνεται σε θλίψεις και πειρασμούς και σε πονηρά πνεύματα, μέχρις ότου όορθοποδίσει και πάλι η ψυχή για την ευαρέστηση του Πνεύματος.




Κατόπιν, αφού δείξει τη μετάνοιά της με κάθε εξομολόγηση και ταπείνωση, πάλι αξιώνεται να την επισκεφθεί η χάρη και απολαμβάνει την ουράνια ευφροσύνη περισσότερο από πρώτα. Αν αντίθετα δεν λυπήσει διόλου το πνεύμα, αλλά συνεχίσει να ζει θεάρεστα και να αντιτάσσεται σε όλους τους πονηρούς λογισμούς και να μένει διαρκώς προσκολλημένη στον Κύριο, τότε δικαίως και με συνέπεια, σύμφωνα με τη στάση της, προκόβει αυτή η ψυχή και αξιώνεται να λάβει ανέκφραστες δωρεές, και προχωρεί από δόξα σε δόξα(Β΄ Κορ. 3, 18) και από ανάπαυση σε τελειότερη ανάπαυση.




Κατόπιν, αφού φτάσει στο τέλειο μέτρο του Χριστιανισμού, θα συγκαταριθμηθεί στους τέλειους εργάτες και στους άμεμπτους λειτουργούς του Χριστού στην αιώνια βασιλεία Του.




113. Τα φαινόμενα να τα θεωρείς τύπους και σκιές των αφανών. Ο ναός που βλέπομε είναι τύπος του ναού της καρδιάς, ο ιερέας είναι τύπος του αληθινού ιερέα, της χάρης δηλαδή του Χριστού, κλπ. Σ' αυτή λοιπόν την ορατή εκκλησία, αν δε γίνουν πρώτα οι αναγνώσεις, οι ψαλμωδίες και δεν προχωρήσει όλη η ακολουθία κατά την εκκλησιαστική τάξη, δεν μπορεί ο ιερέας να επιτελέσει το θείο Μυστήριο του σώματος και του αίματος του Χριστού.




Αν πάλι τηρηθεί όλος ο εκκλησιαστικός κανόνας, δε γίνει όμως από τον ιερέα η μυστική ευχαριστία της προσφοράς και η κοινωνία του σώματος του Χριστού, τότε ούτε ο εκκλησιαστικός θεσμός ολοκληρώθηκε, και η λατρεία του Μυστηρίου είναι ελλιπής. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Χριστιανό.




Αν δηλαδή έχει κατορθώσει τη νηστεία, την αγρυπνία, την ψαλμωδία και όλη την άσκηση και την αρετή, αλλά η μυστική ενέργεια του Πνεύματος δεν επιτελείται από τη χάρη στο θυσιαστήριο της καρδιάς του με κάθε αίσθηση και πνευματική ανάπαυση, τότε είναι ατελής όλη αυτή η ακολουθία της ασκήσεως και σχεδόν άπρακτη, γιατί δεν έχει την αγαλλίαση του Πνεύματος να γεμίζει με μυστικό τρόπο την καρδιά του.







114. Καλή είναι η νηστεία και η αγρυπνία, καλή είναι επίσης και η άσκηση και η ξενιτεία. Αλλά αυτά οπωσδήποτε είναι κάποια αρχή και τα πρόθυρα της θεάρεστης ζωής, ώστε είναι παράλογο να θαρρεύεται κανείς ολωσδιόλου σ' αυτά. Γιατί καμιά φορά, όπως προηγουμένως είπαμε, και τη χάρη έχομε σε κάποιο βαθμό, μα και η κακία παραφυλάει μέσα μας και πονηρεύεται και υποχωρεί θεληματικά και δεν ενεργεί τα δικά της, αλλά κάνει τον άνθρωπο να νομίσει ότι έχει καθαρθεί ο νους του, και τον οδηγεί σε έπαρση για την τελειότητά του.




Κατόπιν επιτίθεται σαν ληστής και τον ρίχνει σε βαθύτατα βάραθρα. Γιατί συχνά άνθρωποι, είκοσι χρόνια ληστές ή επαγγελματίες στρατιώτες, γνωρίζουν άριστα να βάζουν παγίδες στους αντιπάλους και παραφυλάγουν και επινοούν ενέδρες και προσβάλλουν τα νώτα των εχθρών και τους εξοντώνουν με αιφνιδιαστική επίθεση.




Πόσο λοιπόν περισσότερο η κακία, που έχει ηλικία τόσων χιλιάδων ετών και αυτό είναι το προθυμότατο έργο της, να οδηγεί τις ψυχές στην απώλεια, δε γνωρίζει να επινοεί τέτοιες ενέδρες στα απόκρυφα της καρδιάς και, όταν θέλει, να μένει ακίνητη επίτηδες και να μην ενεργεί, ώστε να παρασύρει την ψυχή στην έπαρση ότι έχει φτάσει στην τελειότητα;




Το θεμέλιο λοιπόν του Χριστιανισμού είναι, και αν έχει κανείς όλες τις αρετές, να μην εφησυχάζει, ούτε να παίρνει θάρρος, ούτε να νομίζει ότι κατόρθωσε κάτι σπουδαίο. Και αν ακόμη γίνει μέτοχος της χάρης, να μη νομίσει ότι πέτυχε κάτι, ούτε να αισθάνεται κορεσμό, αλλά μάλλον τότε να πεινά και να διψά περισσότερο, να πενθεί και να κλαίει και να έχει την καρδιά του ολότελα συντετριμμένη.







115. Έχε στο νου σου ότι η πνευματική κατάσταση είναι κάπως έτσι: Υπόθεσε ένα βασιλικό παλάτι. Σ' αυτό υπάγονται αυλές και πρόθυρα και διαμερίσματα, άλλα εξωτερικά και άλλα στη συνέχεια εσωτερικά, όπου είναι αποθηκευμένα η πορφύρα και οι θησαυροί.




Κατόπιν πάλι και το άλλο διαμέρισμα, το πιο εσωτερικό, κατάλληλο για τη διαμονή του βασιλιά. Ώστε αν κανείς μπει στις εξωτερικές αυλές και νομίσει ότι έφτασε στα ενδότερα διαμερίσματα, βρίσκεται σε πλάνη. Έτσι και στα πνευματικά, εκείνοι που πολεμούν εναντίον της κοιλιάς και του ύπνου και ασχολούνται διαρκώς με ψαλμούς και προσευχές, ας μη νομίζουν ότι έφτασαν πια στο τέλος και στην ανάπαυση.




Βρίσκονται ακόμη στα πρόθυρα και στις αυλές, και όχι εκεί όπου φυλάγονται η πορφύρα και οι βασιλικοί θησαυροί. Και αν αξιώθηκαν να λάβουν κάποια πνευματική χάρη, ούτε αυτό να τους απατά ότι πέτυχαν το τέλος. Ταιριάζει λοιπόν να ερευνά κανείς αν απέκτησε το θησαυρό στο πήλινο δοχείο του(Β΄ Κορ. 4, 7), αν ντύθηκε την πορφύρα του Πνεύματος, αν είδε τον βασιλιά και αναπαύθηκε. Υπόθεσε πάλι, ότι η ψυχή έχει κάποιο βάθος και μέλη πολλά, και η αμαρτία, αφού εισχώρησε, κατέλαβε όλα τα μέλη και τα νοήματα της καρδιάς.




Κατόπιν ο άνθρωπος ζήτησε τη χάρη του Πνεύματος, κι αυτή ήρθε και κατέλαβε δύο, ας πούμε, μέρη της ψυχής. Εκείνος λοιπόν που δεν έχει πείρα, όταν έτσι ενθαρρυνθεί από τη χάρη, νομίζει ότι όλα τα μέλη της ψυχής του έχουν καταληφθεί από αυτήν και ότι ξεριζώθηκε η αμαρτία ολωσδιόλου, και δεν γνωρίζει ότι το μεγαλύτερο μέρος της ψυχής κατέχεται ακόμη από την αμαρτία.




Γιατί είναι δυνατόν, όπως πολλές φορές το είπαμε, και η χάρη ακατάπαυστα να ενεργεί, όπως το μάτι στο σώμα, και να συνυπάρχει επίσης και η κακία και να κλέβει με τρόπο τη διάνοια. Εκείνος λοιπόν που δεν μπορεί να διακρίνει, νομίζει ότι κάτι μεγάλο κατόρθωσε και αλαζονεύεται ότι έλαβε την τελειότατη κάθαρση.




Δεν έχει όμως την αλήθεια με το μέρος του —κάθε άλλο μάλιστα. Όπως το είπαμε και προηγουμένως, τέχνη του σατανά είναι και αυτή, να υποχωρεί θεληματικά αρκετά χρόνια και να μην ενεργεί όσα συνηθίζει, οπωσδήποτε με το σκοπό να βάλει στο νου όσων ασκούνται την ψεύτικη ιδέα ότι έφτασαν στην τελειότητα. Μήπως όμως εκείνος που φυτεύει αμπέλι, παίρνει αμέσως και τον καρπό; Ή εκείνος που σπέρνει, θερίζει αμέσως; Ή μήπως το νεογέννητο βρέφος γίνεται αμέσως τέλειος άνδρας;




Κοίταξε τον Ιησού· από ποιά δόξα, Υιός του Θεού και Θεός ο Χριστός, σε ποιά πάθη και ατιμία και σταυρό και θάνατο κατέβηκε. Και πάλι, πώς για την ταπείνωσή Του αυτή υπερυψώθηκε και κάθισε στα δεξιά του Πατέρα(Εφ. 1, 20). Ο πονηρός όμως όφις, με το να σπείρει εξαρχής μέσα στον Αδάμ την επιθυμία να γίνει θεός(Γεν. 3, 5), σε ποιά ατιμία τον κατέβασε, με αυτή ακριβώς την υπερήφανη ιδέα. Αυτά λοιπόν και συ έχοντας στο νου σου, φύλαγε τον εαυτό σου όσο μπορείς, και φρόντιζε με μεγάλη επιμέλεια να έχεις πάντοτε την καρδιά σου ταπεινή και συντετριμμένη.




--------------------------------------------

(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 284-298).

Pages